Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο – Ουγγαρία 1-0

 Του Δημήτρη Καιρίδη

Η χθεσινή συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβούλιο θα πρέπει να κάνει τους φιλελεύθερους Ευρωπαίους υπερήφανους. Με μεγάλη καθυστέρηση είναι η αλήθεια, το ΕΚ συζήτησε, σε μια συναρπαστική συνεδρίαση, την έκθεση-καταπέλτη της ευρωβουλευτή των Πρασίνων, Τζούντι Σαρτζεντίνι, εναντίον της κυβέρνησης της Ουγγαρίας, για τις παραβιάσεις των δημοκρατικών ελευθεριών και του κράτους δικαίου στην κεντρο-ευρωπαϊκή αυτή χώρα, παρουσία του Ούγγρου πρωθυπουργού Βίκτορα Ορμπάν.

Ο Ορμπάν επιχείρησε ένα σόου για εσωτερική κατανάλωση, γνωρίζοντας ότι τα, ελεγχόμενα από τον ίδιο, ουγγρικά ΜΜΕ θα αναμετέδιδαν χωρίς αντίλογο τις επιθέσεις του ενάντια στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ωστόσο, οι κανόνες διεξαγωγής της συζήτησης στο ΕΚ, οι αντιδράσεις των περισσότερων παρόντων ευρωβουλευτών και η σθεναρή αντίσταση του πρώτου Αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Φρανς Τίμμερμανς, οδήγησαν σε μια σκληρή και ταπεινωτική για τον Ορμπάν αντιπαράθεση.

Είναι η πρώτη φορά που το ΕΚ παίρνει την πρωτοβουλία ενεργοποίησης του περίφημου άρθρου 7 (της συνθήκης της Λισσαβόνας) εναντίον ενός κράτους-μέλους. Πριν από μερικούς μήνες, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανέλαβε μια αντίστοιχη πρωτοβουλία εναντίον της Πολωνίας. Οι δυο αυτές χώρες, οι οποίες εντάχθηκαν το 2004, θεωρούνται τα πιο προβληματικά μέλη της Ε.Ε. από την άποψη της ποιότητας της δημοκρατίας τους.

Το βέβαιο είναι πως αν αιτούνταν σήμερα ένταξης, δεν θα μπορούσαν να γίνουν μέλη της Ε.Ε. Όμως, ως μέλη είναι δύσκολο για την Ε.Ε. να επιβάλει κυρώσεις και στο τέλος-τέλος θα χρειαστεί η ομόφωνη απόφαση όλων των κρατών-μελών στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για κάτι τέτοιο. Η Ουγγαρία, όμως, έχει δηλώσει ότι θα προβάλει βέτο στην καταδίκη της Πολωνίας και το ίδιο αναμένεται να κάνει και η Πολωνία στην περίπτωση της Ουγγαρίας, προστατεύοντας η μια την άλλη.

Ωστόσο, υπάρχουν αρκετοί ενδιάμεσοι τρόποι πίεσης των παραβατών ώστε να εξαναγκαστούν να σεβαστούν τις κοινές ευρωπαϊκές αξίες. Ένα από τα πιο εξωφρενικά της σημερινής ευρωπαϊκής πραγματικότητας είναι και το γεγονός ότι το διεφθαρμένο καθεστώς Ορμπάν εκμεταλλεύεται τις πλουσιοπάροχες ευρωπαϊκές επιδοτήσεις για να πλουτίζει. Η περικοπή της ευρωπαϊκής χρηματοδότησης στον επόμενο 7ετή προϋπολογισμό είναι ένα ισχυρό χαρτί, το οποίο η Επιτροπή φαίνεται αποφασισμένη να παίξει.

Οι χώρες της Κεντρικής Ευρώπης αποτελούν ένα μεγάλο παράδοξο. Από τη μια, την τελευταία εικοσαετία έχουν σημειώσει εξαιρετικές οικονομικές επιδόσεις. Η Πολωνία, η Ουγγαρία, η Τσεχία και η Σλοβακία είναι σήμερα πλουσιότερες από την Ελλάδα, με πολύ χαμηλή ανεργία και μισθούς που αυξάνονται με ρυθμό κοντά στο 10% ετησίως. Η εικόνα των φτωχών και κακόμοιρων πρώην κομουνιστικών λαών ανήκει στο παρελθόν. Η μεταμόρφωση της Κεντρικής Ευρώπης είναι ίσως η μεγαλύτερη γεω-στρατηγική επιτυχία της Ε.Ε. και δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί χωρίς τα δυτικο-ευρωπαϊκά κεφάλαια. Όμως, ταυτόχρονα, αρκετές από τις χώρες αυτές εμφανίζουν μια επικίνδυνη και αναπάντεχη για πολλούς διολίσθηση στο ζήτημα της ποιότητας της δημοκρατίας τους.

Ειδικά ο Ορμπάν αποτελεί ένα επιπλέον πρόβλημα για την ευρωπαϊκή κεντροδεξιά, αφού το κόμμα του, Φιντέζ, ανήκει στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα. Για πάρα πολλά χρόνια, οι Ευρωπαίοι κεντροδεξιοί προσέφεραν κάλυψη ή κάναν τα στραβά μάτια στις καταχρήσεις του. Τώρα, στη ψηφοφορία που θα διεξαχθεί σήμερα για την έγκριση της έκθεσης Σαρτζεντίνι, έχουν την ευκαιρία να διαχωρίσουν τη θέση τους. Η θέση του ΕΛΚ, το οποίο είναι το μεγαλύτερο κόμμα του ΕΚ, είναι αποφασιστικής σημασίας για την έγκριση ή την απόρριψη της έκθεσης Σαρτζεντίνι, με δεδομένη την στήριξη που δίνουν οι ευρω-σκεπτικιστικές δυνάμεις, όπως οι Βρετανοί Συντηρητικοί, η ιταλική Λίγκα και Μαρί Λεπέν, στον Ορμπάν.

Ο Αυστριακός καγκελάριος, Σεμπάστιαν Κουρτς, εμφανιζόμενος στο παρελθόν ως προστάτης των υπόλοιπων Κέντρο-Ευρωπαίων συναδέλφων του, ένεκα και του ιστορικού ρόλου της Βιέννης ως πρωτεύουσας των Αψβούργων που κυβέρνησαν την περιοχή για αιώνες, διαχώρισε τη θέση του και θα υποστηρίξει την καταδίκη του Ορμπάν. Το ίδιο δήλωσε, προς τιμή του, ότι θα κάνει και ο Κυριάκος Μητσοτάκης και οι πέντε ευρωβουλευτές της Νέας Δημοκρατίας.

Φωτογραφία ΑΠΕ-ΜΠΕ