Η θλίψη των αριθμών και η μεγάλη εθνική μας αποτυχία

 Του Δημήτρη Καιρίδη

Τα στοιχεία που δημοσιεύονται για την ελληνική οικονομία είναι αντιφατικά. Μερικά δείχνουν πρόοδο και δημιουργούν αισιοδοξία και μερικά δείχνουν στασιμότητα και παράταση της κρίσης. Οι συμπολιτευόμενοι διαφημίζουν τα πρώτα και οι αντιπολιτευόμενοι δίνουν έμφαση στα δεύτερα. Τι ακριβώς συμβαίνει και, εν τέλει, τι σημαίνουν όλα αυτά για το μέλλον μας;

Τα ελληνικά οικονομικά στοιχεία μπορεί να χωριστούν σε δυο μεγάλες κατηγορίες: αυτά που αφορούν το παρελθόν και αυτά που αναφέρονται στο μέλλον. Τα στοιχεία για το παρελθόν καταγράφουν σημαντική βελτίωση, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα το γεγονός ότι τα δημοσιονομικά και εξωτερικά ελλείμματα εξαφανίστηκαν. Από πρωτογενές έλλειμμα 10% του ΑΕΠ φθάσαμε σε πρωτογενές πλεόνασμα του 4%+ ενώ αντίστοιχα το έλλειμμα του ισοζυγίου εξωτερικού που πλησίαζε το 20% του ΑΕΠ το 2009 σήμερα μηδενίστηκε. Η προσπάθεια που έγινε ήταν μεγάλη και απέδωσε.

Όμως, ταυτόχρονα τα στοιχεία που αφορούν το μέλλον, που ενσωματώνουν δηλαδή τις μελλοντικές προσδοκίες για την πορεία της οικονομίας, είναι καχεκτικά και δεν βελτιώνονται. Τα spreads των ομολόγων του δημοσίου δεν αποκλιμακώνονται, οι καταθέσεις δεν επιστρέφουν όπως θα έπρεπε, οι επενδύσεις είναι αναιμικές και λιγότερες από τις μισές από ότι ήταν πριν την κρίση. Η ελληνική οικονομία πάσχει συνολικά από κατάθλιψη και δεν αποπνέει εμπιστοσύνη για το μέλλον της.

Η βασική αιτία αυτής της αντίφασης μεταξύ των δυο ομάδων στοιχείων έγκειται στο γεγονός ότι η ελληνική οικονομία «νοικοκυρεύτηκε» αλλά, κατά βάση, δεν άλλαξε. Η οικονομία ισορρόπησε σε ένα χαμηλότερο σημείο, εξαλείφοντας τις ανισορροπίες του παρελθόντος, από τη στιγμή που οι αγορές αρνήθηκαν να συνεχίσουν να τις χρηματοδοτούν, αλλά η δομή της οικονομίας παρέμεινε, σε μεγάλο βαθμό, η ίδια. Η αλλαγή προς ένα πιο εξωστρεφές μοντέλο είναι επώδυνα αργή.

Μια δεκαετία σχεδόν από την έναρξη της κρίσης και το βασικό συμπέρασμα από αυτή τη μεγάλη εθνική περιπέτεια είναι ότι χάσαμε μια τεράστια, ανεπανάληπτη ίσως ευκαιρία, να αλλάξουμε. Αντί η κρίση να πυροδοτήσει μια πανεθνική κινητοποίηση διαρθρωτικών αλλαγών ώστε η χώρα να μπορεί να ευημερεί εντός του αδυσώπητου διεθνούς ανταγωνισμού, στο εσωτερικό ενός πολύ σκληρού νομίσματος, η ελληνική κοινωνία προτίμησε μια μάχη οπισθοφυλακών, κάνοντας τα απολύτως απαραίτητα για να επιβιώσει αλλά όχι αρκετά για να αναταχθεί.

Έτσι, η επιστροφή στο βιοτικό επίπεδο του 2008 καθίσταται εξαιρετικά αργή, αφού δεν πρόκειται να χρηματοδοτηθεί με δανεικά ή επιδοτήσεις από το εξωτερικό αλλά από την εθνική αποταμίευση και την προσέλκυση ξένων επενδύσεων, ενώ η επιστροφή στη θέση που είχαμε σε σχέση με τους Ευρωπαίους εταίρους ίσως περιμένει δυο γενιές. Στο μεταξύ, τα πιο δυναμικά στοιχεία της κοινωνίας μεταναστεύουν και μαζί τους αποδυναμώνονται οι φιλοπρόοδοι φορείς της δημιουργικής αλλαγής.

Σε πάρα πολλούς τομείς του δημόσιου βίου παρατηρείται οπισθοδρόμηση, όπως, για παράδειγμα, στη λειτουργία της δημόσια τηλεόρασης, του δημόσιου πανεπιστημίου και της δικαιοσύνης. Με το νόμο Κατρούγκαλου φτιάξαμε ένα ασφαλιστικό τερατούργημα που αντί να ευνοεί την εθνική αποταμίευση προς όφελος των επενδύσεων και της ανάπτυξης, πριμοδοτεί την εισφοροδιαφυγή και τη μεταφορά της έδρας των ελληνικών επιχειρήσεων στις γειτονικές χώρες και με τα τεράστια ελλείμματά του καταβροχθίζει κάθε ικμάδα ανάπτυξης και ελπίδας για τους νέους αυτής της χώρας. Και, τώρα, συζητάμε για την αναστολή της περικοπής των συντάξεων που, όμως, είναι βέβαιο ότι θα γίνει στο μέλλον αν συνεχιστεί η σημερινή πορεία. Η χώρα ταλαιπωρείται από ένα ανεπαρκές πολιτικό σύστημα, που εμείς εκλέγουμε, και χωρίς πυξίδα επιμένει να μιλάει για τα λάθος θέματα με τον λάθος τρόπο.