Περί λαϊκισμού: ορισμός και βασική αιτία (μέρος πρώτο)

*Του Δημήτρη Καιρίδη

Παραφράζοντας τον Κάρολο Μαρξ, θα μπορούσε κανείς να πει ότι η τρέχουσα πολιτική συζήτηση στην Ευρώπη και τις αναπτυγμένες δημοκρατίες της Δύσης κυριαρχείται από ένα φάντασμα: όχι πια του κομουνισμού, όπως άλλοτε, αλλά του λαϊκισμού.

Το αποτέλεσμα των προσεχών ευρω-εκλογών θα καθοριστεί από τη δύναμη της λαϊκιστικής ψήφου. Αυτό που όλοι οι λαϊκιστές μοιράζονται μεταξύ τους είναι η αντιπάθειά τους προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Για πρώτη φορά στην ιστορία της, η ίδια η ύπαρξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης τίθεται, μεσοπρόθεσμα, σε αμφιβολία. Θύμα του λαϊκισμού είναι ήδη η Μεγάλη Βρετανία. Μια χώρα που ήταν γνωστή για τη ρεαλιστική και ψύχραιμη προσέγγιση της στα πολιτικά πράγματα, σε αντίθεση με τις εξάρσεις της λατινικής ή της σλαβικής Ευρώπης, υποφέρει από τις εντάσεις και τα αδιέξοδα του Brexit.

Το ζήτημα του λαϊκισμού είναι, λοιπόν, σημαντικό αν και δεν έχουμε γι’ αυτό μια ολοκληρωμένη και στιβαρή επιστημονική θεωρία που θα μπορούσε να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε τις αιτίες και τις περίπλοκες εκφάνσεις του. Αντίθετα, συχνά με τον όρο «λαϊκισμό» χαρακτηρίζουμε ότι δεν μας αρέσει, συγχέοντας πολύ διαφορετικά πράγματα μεταξύ τους.

Την περασμένη εβδομάδα διεξήχθη, με μεγάλη επιτυχία, το 4ο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών. Ανάμεσα στις πολλές και αξιόλογες εισηγήσεις ξεχώρισε αυτή του Στάθη Καλύβα, καθηγητή στην παλαιότερη έδρα πολιτικής της Βρετανίας στην Οξφόρδη.

Ο διεθνούς φήμης Έλληνας πολιτικός επιστήμονας προσέφερε μια συναρπαστική συνολική προσέγγιση του φαινομένου στις ώριμες δυτικές δημοκρατίες, διαχωρίζοντας το τι συμβαίνει σε αυτές με τις ασταθείς ημι-δημοκρατίες της παγκόσμιας περιφέρειας.

Το πρώτο ζήτημα έχει να κάνει με τον ορισμό του φαινομένου. Τι είναι ο λαϊκισμός στη Δύση; Για τον Καλύβα, δεν είναι τίποτα άλλο από εκλογικές “εξεγέρσεις” εναντίον του πολιτικού κατεστημένου και των συστημικών κομμάτων.

Ο λαϊκισμός εμφανίζεται με τρεις διαστάσεις. Η πρώτη έχει να κάνει με μια γενικότερη στάση έλλειψης εμπιστοσύνης προς το κατεστημένο, τις ελίτ και τους πολιτικούς θεσμούς. Η δεύτερη έχει να κάνει με έναν συχνά θυμωμένο λόγο που διαχωρίζει και αντιπαραθέτει τις αλαζονικές ελίτ από τον ενάρετο λαό. Και, η τρίτη, με μια συγκεκριμένη εκλογική συμπεριφορά εγκατάλειψης των κατεστημένων κομμάτων και υποστήριξης των αντι-συστημικών κομμάτων και των εναλλακτικών ηγετών.

Η βασική αιτία αυτής της στροφής έχει θεωρηθεί ότι είναι η οικονομία. Μακροπρόθεσμα η παγκοσμιοποίηση, που οδηγεί σε αποβιομηχάνιση μια σειρά περιοχές στη Δύση, και βραχυπρόθεσμα η μεγάλη οικονομική κρίση του 2008.

Η δυσαρέσκεια με την τρέχουσα πολιτική έχει να κάνει με την αύξηση της ανεργίας και των εισοδηματικών ανισοτήτων, τη μείωση της κοινωνικής κινητικότητας, τη στασιμότητα των μισθών και την παρακμή του κράτους πρόνοιας.

Με άλλα λόγια, η οικονομία παράγει μια σειρά από «οικονομικά παράπονα» που οδηγούν στη λαϊκιστική στάση και εκλογική συμπεριφορά. Εάν η οικονομία είναι η αιτία, η θεραπεία του φαινομένου περνά μέσα από την ενίσχυση των αναδιανεμητικών μηχανισμών του κράτους, αν και η παγκοσμιοποίηση δεν μπορεί να ανασταλεί, χωρίς πολύ σοβαρές συνέπειες στην ευρύτερη οικονομική ευρωστία και κοινωνική ευημερία.

Όμως, ο Καλύβας επισημαίνει ότι η οικονομία είναι μόνον ένα μέρος της όλης ιστορίας. Άλλωστε, η λαϊκιστική αντίδραση εκφράζεται κυρίως με την ενίσχυση της άκρας δεξιάς, ακόμα και στη νότια Ευρώπη, η οποία δίνει έμφαση σε άλλα ζητήματα, εθνικιστικά και όχι αναδιανεμητικά. Αλλά γι΄ αυτή την άλλη πλευρά του λαϊκισμού στη Δύση, που έχει πολύ λιγότερο αναλυθεί, θα γράψουμε αύριο.