Drones: Από την επίθεση στην «Aramco» στην τουρκική απειλή [pics]

Οι επιθέσεις στις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις της Aramco στην Σαουδική Αραβία προκάλεσαν τις θυελλώδεις αντιδράσεις της διεθνούς κοινότητας και «κρίση» στις τιμές πετρελαίου, αλλά επίσης ανέδειξαν πως ακόμα και οι πιο σημαντικές και ζωτικής σημασίας στρατηγικές εγκαταστάσεις και υποδομές, είναι «ευάλωτες» είτε από πύραυλο όπως αρχικά αναφέρθηκε είτε από drones.

Τις τελευταίες ημέρες, στρατιωτικοί αναλυτές και εμπειρογνώμονες προσπαθούν να εξηγήσουν τον τρόπο με τον οποίο έγιναν οι επιθέσεις.

Οι πρώτες εκτιμήσεις έκαναν λόγο για πύραυλο cruise, ενώ νέες πληροφορίες αναφέρουν ότι την επίθεση εκτέλεσαν μη επανδρωμένων εναέριων οχημάτων επίθεσης.

Η απειλή των drones 

Ακόμα δεν υπάρχουν σαφείς αναφορές και ενδείξεις για το πως εκτελέστηκε η επίθεση, ενώ το Ιράν αρνείται την συμμετοχή του στις επιθέσεις, αντιμετωπίζοντας τις κατηγορίες των ΗΠΑ αλλά και της Σαουδικής Αραβίας, που θα παρουσιάσει στοιχεία για να αποδείξει την «ενοχή» της Τεχεράνης.

Ωστόσο, έρχεται στο προσκήνιο για ακόμα μια φορά, ο νέος αυτός τρόπος διεξαγωγής επιθετικών επιχειρήσεων ενάντια σε στρατηγικούς στόχους, που είναι σε θέση να πλήξει και να «λυγίσει» την οικονομία και τις υποδομές μια ολόκληρης χώρας.

Δηλαδή, με την χρήση οπλικών συστημάτων και μέσων, αν όντως ισχύει το σενάριο των drones, που είναι συγκριτικά φθηνότερα από ένα μαχητικό αεροσκάφος και είναι σε θέση να επιφέρουν αποτελεσματικό πλήγμα στις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις, παρά την ανάπτυξη πανίσχυρων πυραυλικών συστημάτων αεροπορικής άμυνας για την προστασία τους.

Προκύπτει λοιπόν το συμπέρασμα ότι τα drones αποτελούν μια υπολογίσιμη δύναμη και μια αντισυμβατική απειλή, η οποία μπορεί να προκαλέσει δυσανάλογο κόστος για τον εχθρό, ακόμα κι αν ο τελευταίος διαθέτει ισχυρές αντιαεροπορικές δυνάμεις και προστασία.

Ο «στόλος» τουρκικών drones

Οι επιθέσεις στις εγκαταστάσεις της Aramco στην Σαουδική Αραβία, από το νοτιοδυτικό Ιράν, όπως αναφέρουν οι πληροφορίες Αμερικανών αξιωματούχων, αν όντως αποδειχθεί με σαφή τρόπο ότι έγιναν από drones, τότε μπορούν να αποτελέσουν «παράδειγμα» ή και «καμπανάκι» για άλλες γειτονικές χώρες, των οποίων οι σχέσεις διέπονται από απειλές, επιθετική έως και «πολεμική» ρητορική, όπως η Ελλάδα και η Τουρκία.

Η Τουρκία έχει προχωρήσει τα τελευταία χρόνια στην παραγωγή και την ανάπτυξη drones από την εγχώρια αμυντική βιομηχανία, όχι μόνο για την ενίσχυση και την αναβάθμιση των δυνατοτήτων της τουρκικής Πολεμικής Αεροπορίας, αλλά και για εξαγωγές, όπως φαίνεται στην περίπτωση του εμφυλίου της Λιβύης και της ενεργούς συμμετοχής τουρκικών drones TB-2 κατά των δυνάμεων του Στρατάρχη Χάφταρ, όπως αναφέρει η Ahval, αλλά και στην Ουκρανία.

Η τουρκική Πολεμική Αεροπορία έχει δείξει μεγάλο ενδιαφέρον τα τελευταία χρόνια για την κατασκευή τουρκικών drones και το έχει καταφέρει σε ένα βαθμό με τα ΤΑΙ Anka και τα Bayraktar TB2.

Τα drones TAI Anka 

Ως προς την πρώτη περίπτωση, τον Φεβρουάριο του 2018 η τουρκική αεροπορία έκλεισε συμφωνία για την απόκτηση 10 TAI Anka-S, ενώ τον Οκτώβριο του ίδιου έτους, εγκρίθηκε νέα συμφωνία για την απόκτηση 22 ακόμα drones TAI-Anka, εκ των οποίων τα 16 θα ήταν μοντέλα TAI Anka-S και τα υπόλοιπα θα ήταν μοντέλα TAI Anka-B.

Τα Anka αποτελούν μια οικογένεια μη επανδρωμένων εναέριων οχημάτων (UAV) που αναπτύχθηκε από την Τουρκική Αεροδιαστημική Εταιρεία – (Turkish Aerospace Industries TAI) για να καλύψει τις αυξανόμενες απαιτήσεις των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων.

Το βασικό Anka-A ταξινομείται ως UAV μέσου υψομέτρου, μακράς διάρκειας (Medium Altitude Long Endurance – MALE). Η ανάπτυξή του ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 2000 και προοριζόταν να αναλάβει αποστολές αναγνώρισης.

Το Anka έχει αυτονομία 24 ωρών, μέγιστη ταχύτητα διακοσίων δεκαεφτά χιλιομέτρων ανά ώρα, και υψόμετρο πτήσης τριάντα πέντε χιλιάδων ποδών. Προσγειώνεται και απογειώνεται συμβατικά – Conventional take-off and landing (CTOL).

Μεταφέρουν πυραύλους UMTAS αέρος-εδάφους κατά αρμάτων μεγάλου βεληνεκούς και κατευθυνόμενες βόμβες MAM-L, ενώ παρέχουν πληροφορίες σε πραγματικό χρόνο, ανεξάρτητα από τις καιρικές συνθήκες, μέρα και νύχτα, έχουν ωφέλιμο φορτίου 200 κιλών και μπορούν να πετούν σε ύψος 30,000 ποδών και μπορούν να λειτουργούν 24 ώρες την ημέρα.

Επίσης, διαθέτουν τον ηλεκτρο-οπτικό/υπέρυθρο αισθητήρα CATS HD της Aselsan και είναι ικανά να εκτελέσουν αποστολές αναγνώρισης και εγγύς αεροπορικής υποστήριξης και ηλεκτρονικού πολέμου.

Ο στρατός της Τουρκίας χρησιμοποίησε ευρύτατα αυτά τα drones στις επιχειρήσεις που διεξήγαγε εναντίον Κούρδων αυτονομιστών που δρούσαν στο νοτιοανατολικό τμήμα της χώρας στα σύνορα με το Ιράκ και το Ιράν, ωστόσο δεν τα πήγε τόσο καλά στο Αιγαίο, αφού αναχαιτίστηκε από ελληνικά μαχητικά F-16.

Τα drones Bayraktar TB-2

Από την άλλη, τα drones Bayraktar TB-2 παράγονται από την εταιρεία Baykar, στην οποία τεχνικός διευθυντής είναι ο γαμπρός του Τούρκου Προέδρου Ερντογάν, Σελτσούκ Μπαϊρακτάρ. Το TB-2 μπορεί να πετάξει σε μέγιστο υψόμετρο 24.000 ποδιών, ενώ η εμβέλειά του είναι 150 χιλιόμετρα.

Μπορεί να μεταφέρει έως 55 κιλά ωφέλιμου φορτίου και χρησιμοποιεί δύο μίνι οπλικά συστήματα, τα MAM-L and MAM-C, ενώ πριν από ένα χρόνο είχε γίνει γνωστό ότι βρίσκεται σε τροχιά ανάπτυξης ένα αμιγώς τουρκικό σύστημα SIGINT συλλογής πληροφοριών, προκειμένου να ενσωματωθούν στα drones και έτσι να μειωθεί η εισαγωγή αντίστοιχων συστημάτων από τις ΗΠΑ.

Αποτελεί το πιο διαδεδομένο τουρκικό drone, που πρόσφατα εντοπίστηκε στην κυπριακή ΑΟΖ αλλά και σε παραβιάσεις του εθνικού εναέριου χώρου της Κύπρου και υπολογίζονται περίπου στα 75 σε αριθμό, στο οπλοστάσιο των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων.

Το νέο «αίμα» – Το drone «Akinci»

Πριν από λίγες μέρες, αποκαλύφθηκε, πριν από την έναρξη του Φεστιβάλ Αεροδιαστημικής Τεχνολογίας Teknofest, που διεξάγεται στην Τουρκία, το νέο τουρκικό drone, που και αυτό κατασκευάζεται από την εταιρεία Baykar και ονομάζεται «Akinci».

Σύμφωνα με πληροφορίες, το Akinci θα μπορεί να πετάξει στα 20.000 πόδια με μέγιστο επιχειρησιακό ύψος 40.000 πόδια. Η αυτονομία του θα φτάνει τις 24 ώρες και η εμβέλεια του τα 1.000 χλμ. Το μέγιστο βάρος απογείωσης θα φτάνει τον ενάμιση τόνο, αφού θα μπορεί να μεταφέρει εξωτερικά μεταφερόμενο φορτίο 900 κιλά και εσωτερικά μεταφερόμενο φορτίο 450 κιλά.

Σε καθαρά πρακτικό επίπεδο, το πρόβλημα μ’ αυτές τις προδιαγραφές είναι ότι όπως επίσης αναφέρεται, θα διαθέτει δύο κινητήρες turboprop τύπου PD-170 (εγχώριας ανάπτυξης για το UAV Anka) καθώς επίσης και ένα ευρύ φάσμα προηγμένων ραντάρ αλλά και δορυφορικό σύστημα επικοινωνίας.

Το Akinci θα μπορεί να επιχειρήσει με προσαρμοσμένο οπλοστάσιο και πυρομαχικά, ανάλογα την αποστολή που θα εκτελεί και αναμένεται να πραγματοποιήσει την πρώτη του δοκιμαστική πτήση εντός του 2019, προκειμένου να ενταχθεί επίσημα στις τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις το 2020.

Η επίθεση στην «Αramco» και το ελληνοτουρκικό «σενάριο»

Έχοντας λάβει υπόψη τις δυνατότητες, τα ποιοτικά αλλά και ποσοτικά στοιχεία και χαρακτηριστικά του «στόλου» drones που διαθέτουν οι τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις, εύκολα συμπεραίνει κανείς το πως η γειτονική χώρα έχει «επενδύσει» και επικεντρωθεί στο όπλο «πρωταγωνιστή» του σύγχρονο τρόπου διεξαγωγής επιχειρήσεων, σε αντίθεση με την Ελλάδα, η οποία στον συγκεκριμένο τομέα έχει μείνει πολύ «πίσω».

Αν όντως αποδειχθεί ότι οι επιθέσεις στις εγκαταστάσεις της «Aramco» έγιναν από drones, εύλογα μπορεί να αναρωτηθεί κάποιος το ενδεχόμενο και το σενάριο «θερμού επεισοδίου», όπου τα τουρκικά drones, θα «στοχεύσουν» σε στρατηγικής σημασίας υποδομές, εγκαταστάσεις, διυλιστήρια, βάσεις στην Ελλάδα.

Η Τουρκία έχει επενδύσει στα μη επανδρωμένα εναέρια αεροσκάφη, η παραγωγή των οποίων πραγματοποιείται από την τουρκική αμυντική βιομηχανία, έχει προχωρήσει ήδη σε εξαγωγές στο εξωτερικό, όπως η Ουκρανία, το Κατάρ και η ΚΕΕ στην Λιβύη, ενώ αποκτά παράλληλα εμπειρία στα πεδία των μαχών, την ίδια στιγμή που η Ελλάδα έχει επικεντρωθεί στην αναβάθμιση των μαχητικών αεροσκαφών F-16.