F-35: Η Ταϊλάνδη «έφαγε άκυρο» από τις ΗΠΑ για τα stealth μαχητικά πέμπτης γενιάς

Οι Ηνωμένες Πολιτείες αρνήθηκαν να πουλήσουν τα stealth μαχητικά αεροσκάφη πέμπτης γενιάς F-35 στην Ταϊλάνδη λόγω προβλημάτων εκπαίδευσης και τεχνικών απαιτήσεων, ανακοίνωσε σήμερα Πέμπτη η Πολεμική Αεροπορία της χώρας (RTAF).

Η Ταϊλάνδη, η οποία χαρακτηρίστηκε σημαντικός σύμμαχος εκτός του ΝΑΤΟ από τις ΗΠΑ το 2003, είχε δεσμεύσει πέρυσι έναν προϋπολογισμό 13,8 δισεκατομμυρίων μπατ (407,68 εκατομμύρια δολάρια) για νέα αεροσκάφη για να αντικαταστήσουν τα παλιά της, κυρίως αμερικανικής κατασκευής F-5 και F- 16. Η χώρα της νοτιοανατολικής Ασίας είχε θέσει ως στόχο έως και οκτώ αεροσκάφη F-35A της Lockheed Martin.

Ωστόσο, η πώληση των μαχητικών πέμπτης γενιάς υπόκειται σε όρους που περιελάμβαναν χρονικούς περιορισμούς, τεχνικές απαιτήσεις και συμβατότητα συντήρησης και ως εκ τούτου οι ΗΠΑ δεν ήταν σε θέση να προσφέρουν την πώληση, δήλωσε ο εκπρόσωπος της RTAF, Marshall Prapas Sornchaidee.

Οι ΗΠΑ πρόσφεραν τα μαχητικά αεροσκάφη F-16 Block 70 και F-15E Strike Eagle ως εναλλακτικές λύσεις.

Οι ΗΠΑ υποστηρίζουν πως η Ταϊλάνδη δεν διαθέτει ακόμη τις απαραίτητες υποδομές για τα F-35, συμπεριλαμβανομένης της ασφάλειας της αεροπορικής βάσης, των αεροδρομίων, της συντήρησης και των πιλότων.

Το F-35 είναι ένα από τα πιο προηγμένα μαχητικά αεροσκάφη στον κόσμο και θεωρείται «ευαίσθητος εξοπλισμός» που πωλείται μόνο στους στενότερους συμμάχους των ΗΠΑ.

Η Ταϊλάνδη διαθέτει επί του παρόντος 12 μαχητικά αεροσκάφη JAS-39 Gripen κατασκευασμένα από τη Σουηδική Saab εκτός από τα αμερικανικά μοντέλα της, πολλά από τα οποία λειτουργούν εδώ και δεκαετίες.

Ο στρατός της Ταϊλάνδης χρησιμοποίησε την αμερικανική τεχνολογία από την εποχή του πολέμου του Βιετνάμ, όταν φιλοξενούσε στις βάσεις του προσωπικό της αμερικανικής αεροπορίας και του ναυτικού.

Οι στενές σχέσεις των δύο χωρών έχουν επηρεαστεί από τα πραξικοπήματα του στρατού της Ταϊλάνδης κατά των εκλεγμένων κυβερνήσεων το 2006 και το 2014, και τις ανησυχίες σχετικά με τις προσεγγίσεις των στρατιωτικών κυβερνήσεων προς την Κίνα.

Πηγή: Reuters