Η προγραμματισμένη αγορά 88 stealth μαχητικών αεροσκαφών πέμπτης γενιάς F-35 από τον Καναδά θα κοστίσει σχεδόν 50% περισσότερο από ό,τι είχε αρχικά εκτιμηθεί, ενώ ταυτόχρονα το όλο πρόγραμμα κινδυνεύει από την έλλειψη πιλότων.
Αυτά αναφέρει σε έκθεσή της η Γενική Ελεγκτής του Καναδά, Κάρεν Χόγκαν, επικαλούμενη παράγοντες όπως οι διακυμάνσεις των συναλλαγματικών ισοτιμιών και το αυξανόμενο κόστος των νέων εγκαταστάσεων για τα F-35.
Ο Καναδάς, επιδιώκοντας να αντικαταστήσει τον απαρχαιωμένο στόλο των αεροσκαφών CF-18, ανακοίνωσε τον Ιανουάριο του 2023 τη συμφωνία με την Lockheed Martin, ύψους 19 δισεκατομμυρίων καναδικών δολαρίων (13,89 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ).
Σύμφωνα με την έκθεση της ελεγκτικής αρχής της χώρας, ο τελικός λογαριασμός θα είναι τουλάχιστον 27,7 δισεκατομμύρια καναδικά δολάρια και θα μπορούσε να φτάσει τα 33,2 δισεκατομμύρια καναδικά δολάρια.
Η έλλειψη πιλότων που έχει ήδη επισημανθεί από το 2018 εξακολουθεί να αποτελεί σημαντικό κίνδυνο, τονίζει η έκθεση. Επίσης, η κατασκευή ειδικών εγκαταστάσεων για τα αεροσκάφη F-35 έχει καθυστερήσει τρία χρόνια σε σχέση με το χρονοδιάγραμμα.
Ο νέος πρωθυπουργός Μαρκ Κάρνεϊ διέταξε τον περασμένο Μάρτιο να αναθεωρηθεί η σύμβαση, καθώς, όπως υποστηρίζει, ο Καναδάς βασίζεται υπερβολικά στις ΗΠΑ για την ασφάλειά του. Η παράδοση των αεροσκαφών έχει προγραμματιστεί να πραγματοποιηθεί μεταξύ 2026 και 2032.
Απαντώντας, ο Καναδός υπουργός Άμυνας Ντέιβιντ ΜακΓκίντι δήλωσε ότι η Οττάβα είχε καταρτίσει ένα σχέδιο για τον εντοπισμό όλων των πιθανών κινδύνων που σχετίζονται με τη συμφωνία.
Την Δευτέρα, ο Καναδός πρωθυπουργός δήλωσε ότι ο Καναδάς θα διαθέσει φέτος το 2% του ΑΕΠ του στην άμυνα για την επίτευξη του στόχου του ΝΑΤΟ «μισή δεκαετία νωρίτερα από το χρονοδιάγραμμα λόγω των απειλών που πληθαίνουν».
