Siper: Επιτυχημένες οι δοκιμές του νέου συστήματος αεράμυνας της Τουρκίας – Θα αναπτυχθεί σύντομα

«Η ανάπτυξη του τουρκικού πυραυλικού συστήματος αεροπορικής άμυνας μεγάλου βεληνεκούς τύπου Siper συνεχίζεται με επιτυχία και σύντομα θα πραγματοποιηθεί νέα δοκιμή», δήλωσε την Κυριακή ο Ισμαήλ Ντεμίρ, επικεφαλής της Προεδρίας των Αμυντικών Βιομηχανιών της Τουρκίας (SSB), στο περιθώριο του φεστιβάλ αεροδιαστημικής τεχνολογίας Teknofest, που διεξήχθη για πρώτη φορά στο Αζερμπαϊτζάν.

Ο ίδιος μίλησε χαρακτηριστικά στο τουρκικό πρακτορείο ειδήσεων Anadolu και τόνισε ότι η χώρα του προωθεί και αυξάνει φιλόδοξα έργα προς όφελος της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας και στο πλαίσιο αυτό αναφέρθηκε στο περίφημο αντιαεροπορικό σύστημα Siper, το οποίο αρκετοί έχουν χαρακτηρίσει ως τον «αντικαταστάτη» των S-400, με τον Ισμαήλ Ντεμίρ να προσθέτει πως σε κάθε νέα δοκιμή που πραγματοποιείται, οι τεχνικοί και οι ειδικοί εξετάζουν νέες ικανότητες και την πιθανότητα περαιτέρω βελτίωσης των λειτουργικών συστημάτων.

Συγκεκριμένα, υπογράμμισε πως: «Όλες οι δοκιμές μας ήταν πολύ επιτυχημένες. Το μήνυμα που μας δίνουν αυτές οι δοκιμές είναι ότι βλέπουμε με μεγάλη χαρά ότι το πρόγραμμα ανάπτυξης του Siper είναι πραγματικά σε καλό δρόμο, πηγαίνει πολύ καλά». Επίσης, με αυτό το πυραυλικό σύστημα, θα τελειώσουν επιτέλους οι συζητήσεις και οι διαφωνίες όπως το αν μας έδωσαν [οι ΗΠΑ] τους Patriot ή αν αγοράσαμε τους SAMP/T».

Υπενθυμίζεται ότι το πρόγραμμα ανάπτυξης του Siper έχουν αναλάβει οι εταιρείες Aselsan, Roketsan, σε συνεργασία με το Συμβούλιο Επιστημονικής και Τεχνολογικής Έρευνας της Τουρκίας και προορίζεται για την προστασία στρατηγικής σημασίας στρατιωτικών, κυβερνητικών εγκαταστάσεων και υποδομών από εχθρικές επιθέσεις. Οι πύραυλοι Siper αναμένεται να εισέλθουν στο οπλοστάσιο των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων έως το 2023, ενώ οι αναλυτές θεωρούν ότι θα γίνει η «εναλλακτική λύση» στα προηγμένα ρωσικά συστήματα αεράμυνας S-400, η ​​αγορά των οποίων προκάλεσε την τεράστια αντιπαράθεση και τις διαρκείς εντάσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες σχετικά με τις ανησυχίες της Ουάσιγκτον για την ασφάλεια και την υπονόμευση των στρατηγικών υποδομών του NATO.