T-90M: «Περίπου 100 πανίσχυρα τανκς επιχειρούν στην Ουκρανία – Βαρύ το τίμημα για τις ρωσικές επίλεκτες μονάδες»

Ο πόλεμος στην Ουκρανία προκαλεί βαριές απώλειες σε ορισμένες από τις πιο ικανές και καλύτερα εξοπλισμένες μονάδες του στρατού της Ρωσίας, με σημείο αναφοράς τα πανίσχυρα και «άτρωτα» όπως τα διαφήμιζαν οι Ρώσοι, τεθωρακισμένα άρματα μάχης τύπου T-90M.

Τουλάχιστον ένα T-90M, πρόκειται για το πιο σύγχρονο και τεχνολογικά προηγμένο άρμα μάχης της Ρωσίας, με θωράκιση σχεδιασμένη για να αντέχει πλήγματα από τα περισσότερα αντιαρματικά όπλα, καταστράφηκε σε μάχη, πρόσθεσε το βρετανικό υπουργό Άμυνας μέσω Twitter.

Σε υπηρεσία στις καλύτερα εξοπλισμένες μονάδες του στρατού της Ρωσίας, ανάμεσά τους αυτές που πολεμούν στην Ουκρανία, έχουν τεθεί περίπου 100 τεθωρακισμένα άρματα μάχης τύπου T-90M, σύμφωνα με τη στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών της Βρετανίας, που τονίζει ότι η αντικατάστασή τους είναι δύσκολη, με δεδομένες τις δυτικές κυρώσεις που στερούν από τη Μόσχα την πρόσβαση κυρίως σε μικροηλεκτρονικά.

Οι Βρετανοί υποστήριξαν ακόμα ότι η εισβολή στην Ουκρανία έχει βαρύ τίμημα σε ορισμένες από τις πιο ικανές στρατιωτικές μονάδες που έχει αναπτύξει στο πεδίο η Ρωσία, ενώ ακόμα φαίνεται πως θα χρειαστεί σημαντικός χρόνος και έξοδα για τη Ρωσία για να ανασυγκροτήσει τις ένοπλες δυνάμεις της μετά από αυτή τη σύγκρουση.

Τι δήλωσε ο Βρετανός Α/ΓΕΕΔ

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Βρετανός Αρχηγός Γενικού Επιτελείου Ενόπλων Δυνάμεων δήλωσε πρόσφατα ότι ο Ρώσος Πρόεδρος Βλάντιμιρ Πούτιν βρίσκεται υπό διαρκή και έντονη πίεση, ενώ τα ρωσικά στρατεύματα μπορεί να «ξεμείνουν» από πυραύλους, καθώς είναι πιθανό το απόθεμα των βλημάτων να συρρικνώνεται λόγω εκτεταμένης χρήσης τους για να διασπαστεί η «συμπαγής» ουκρανική άμυνα και αντίσταση, κάτι που υποτίμησαν οι Ρώσοι.

Ο Ναύαρχος Tony Radakin πρόσθεσε στη συνέχεια ότι ο Πούτιν έχει εγκλωβιστεί σε έναν πόλεμο «logistics» εννοώντας ότι η Ρωσία αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα στον ανεφοδιασμό και στην προμήθεια πυραυλικών συστημάτων, βλημάτων ακριβείας και ρουκετών, διότι η χρήση τους κατέληξε να είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτή που αρχικά εκτιμούσαν και περίμεναν.

Με πληροφορίες και από: ΑΠΕ – ΜΠΕ