*Του Κώστα Σαρικά
Η ανακοίνωση του τουρκικού ΥΠΑΜ ότι «οι πτήσεις που πραγματοποιεί η χώρα μας στο Αιγαίο εκτελούνται σε διεθνή εναέριο χώρο» δεν ήταν μια «τυπική» απάντηση ρουτίνας. Ήταν η επίσημη επαναφορά της γνωστής τακτικής αμφισβήτησης, τη στιγμή που η τουρκική αεροπορία δείχνει να επιστρέφει στις παραβιάσεις και στις επικίνδυνες εμπλοκές, μετά από ένα διάστημα σχετικής αποκλιμάκωσης.
Το timing μόνο τυχαίο δεν είναι, καθώς έρχεται πάνω στο «κύμα» των ελληνικών εξοπλιστικών που αλλάζουν την ισορροπία σε αέρα – θάλασσα – ξηρά, με αιχμή τα F-35, τις FDI, τη συμφωνία για τους PULS και το μεγάλο πρόγραμμα του αντιαεροπορικού/αντιπυραυλικού «Θόλου» με ισραηλινά συστήματα, που σε όρους αποτροπής μεταφράζεται σε κάτι πολύ απλό: μικρότερο περιθώριο για τουρκικά «παιχνίδια» πάνω από τα νησιά και μέσα στο FIR Αθηνών.
Το σήμα της κλιμάκωσης
Μέσα σε λίγες ημέρες, καταγράφονται περιστατικά που δείχνουν επιστροφή στο παλιό μοτίβο: τουρκικά μαχητικά χωρίς σχέδια πτήσης, είσοδοι στο FIR Αθηνών, «τεστ» αναχαίτισης και – το πιο ανησυχητικό – εμφάνιση οπλισμένων F-16 σε αποστολές που μόνο «εκπαιδευτικές» δεν θυμίζουν.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η εμπλοκή μεταξύ Λήμνου και Λέσβου με ζεύγος οπλισμένων τουρκικών F-16 -το είδος επεισοδίου που ανεβάζει το ρίσκο ατυχήματος ή λάθους, ειδικά όταν το «θέατρο» είναι το Αιγαίο, με τη γνωστή πυκνότητα νησιωτικών περιοχών και διασταυρούμενων διαδρομών.
Και την ίδια ώρα, οι παραβιάσεις/παραβάσεις συνεχίζονται και με πλατφόρμες όπως UAV και αεροσκάφη ναυτικής συνεργασίας.
Το «νομικό» αφήγημα της Άγκυρας: Γιατί επιμένει στο «διεθνής εναέριος χώρος»
Η φράση-κλειδί του τουρκικού ΥΠΑΜ «διεθνής εναέριος χώρος» πατάει πάνω στη διαχρονική τουρκική θέση για το γνωστό 6–10 ν.μ.: η Ελλάδα έχει Εθνικό Εναέριο Χώρο 10 ν.μ., ενώ η αιγιαλίτιδα ζώνη της στο Αιγαίο είναι 6 ν.μ.· η Τουρκία δεν αναγνωρίζει το «διάστημα» 6–10 ως εθνικό εναέριο χώρο και το «βαφτίζει» διεθνή.
Η ελληνική θέση, όμως, είναι επίσης σαφής και θεσμικά καταγεγραμμένη: ο ΕΕΧ έχει καθοριστεί από το 1931 με Προεδρικό Διάταγμα (ΦΕΚ Α’ 325/1931), ενώ επί δεκαετίες η Τουρκία δεν είχε εγείρει ένσταση και αναγνώριζε στην πράξη το πλήρες εύρος, πριν η κρίση του 1974 αλλάξει την «γραμμή» της Άγκυρας.
Άρα, η ανακοίνωση του τουρκικού ΥΠΑΜ δεν είναι «ενημέρωση»: είναι πολιτική επιλογή να επανενεργοποιηθεί ένα πεδίο τριβής, το οποίο τροφοδοτεί:
- την εσωτερική κατανάλωση (εθνικιστικό αφήγημα),
- το παζάρι ισχύος στο ΝΑΤΟ,
- και κυρίως την προσπάθεια να βγάλει αντίδραση στο γεγονός ότι η Ελλάδα «κλειδώνει» αποτρεπτικά τον χώρο της με νέα μέσα.
Τι άλλαξε πραγματικά: Η Ελλάδα περνά σε πολυστρωματική αποτροπή
Το κρίσιμο ερώτημα δεν είναι αν η Τουρκία επανέρχεται, καθώς το έχει κάνει πολλές φορές στο παρελθόν. Το κρίσιμο είναι γιατί επανέρχεται τώρα.
Η απάντηση βρίσκεται σε ένα τρίπτυχο που ενοχλεί εμφανώς την Άγκυρα:
1) FDI: το Αιγαίο αποκτά «κόμβους» αεράμυνας περιοχής στη θάλασσα
Η παραλαβή της πρώτης FDI («Κίμων») και το χρονοδιάγραμμα των επόμενων πλοίων ενισχύουν την εικόνα ότι το Πολεμικό Ναυτικό αποκτά πλατφόρμες αεράμυνας περιοχής και δικτυοκεντρικής μάχης που δεν είναι απλώς «νέες φρεγάτες», αλλά πολλαπλασιαστές ισχύος. Με άλλα λόγια, όσο οι FDI «κουμπώνουν» με αεροπορία, ραντάρ, κέντρα επιχειρήσεων και (αύριο) F-35, τόσο μικραίνει ο χώρος για αιφνιδιασμούς και επικοινωνιακές «γκρίζες ζώνες».
2) F-35: η 5η γενιά αλλάζει τους κανόνες επιτήρησης και πρώτου πλήγματος
Με βάση όσα έχουν δημοσιευθεί για το πρόγραμμα, το πρώτο ελληνικό F-35 τοποθετείται χρονικά προς το τέλος του 2028, γεγονός που από μόνο του λειτουργεί ως στρατηγικό μήνυμα: η Ελλάδα «κλειδώνει» την είσοδό της σε 5η γενιά και διαμορφώνει αεροπορική ισχύ που δεν αντιμετωπίζεται με τα παλιά εγχειρίδια.
Και εδώ έρχεται η τουρκική αντίδραση-ένστικτο: πριν το νέο ισοζύγιο γίνει μη αναστρέψιμο, η Άγκυρα πιέζει ξανά στο πεδίο που γνωρίζει καλύτερα — στον αέρα πάνω από το Αιγαίο. Ενώ την ίδια ώρα το πρόγραμμα αναβάθμισης των F-16 σε Viper «τρέχει» εντός χρονοδιαγράμματος.
3) «Θόλος» made in Israel: η αποτροπή δεν είναι μόνο «μαχητικά», είναι πλέγμα
Το μεγαλύτερο «καμπανάκι» για την Τουρκία είναι ότι η Αθήνα δεν μιλά πλέον μόνο για πλατφόρμες, αλλά για σύστημα συστημάτων: «Θόλος»/«Ασπίδα του Αχιλλέα» με δυνατότητες αντιμετώπισης αεροσκαφών, drones, cruise/βαλλιστικών απειλών, σε διαλειτουργία με υφιστάμενα μέσα.
Το πρόγραμμα για ισραηλινά συστήματα (Spyder, Barak MX, David’s Sling) τάξης περίπου 3 δισ. ευρώ βρίσκεται στην τελική ευθεία, ενώ παράλληλα «τρέχει» το σκέλος της ισχύος πυρός με τους 36 PULS, που εγκρίθηκαν από τη Βουλή, στο πλαίσιο ευρύτερου σχεδιασμού επενδύσεων έως το 2036.
Αυτό, για την Άγκυρα, δεν είναι απλώς εξοπλιστικό νέο. Είναι δομική αλλαγή: δυσκολεύει τη δυνατότητα να εκβιάζει πολιτικό αποτέλεσμα με αεροπορική πίεση, γιατί το κόστος και η πιθανότητα αποτυχίας ανεβαίνουν.
Η «συμμαχία με το Ισραήλ» ως πολλαπλασιαστής με ειδικό βάρος
Η ελληνοϊσραηλινή αμυντική σύμπλευση δεν περιορίζεται σε μια αγορά. Με τους PULS και τον σχεδιασμό του «Θόλου», η Ελλάδα αποκτά:
- εμβέλεια πυρός (στήριξη αποτροπής από ξηρά),
- πολυεπίπεδη αεράμυνα (κάλυψη κρίσιμων υποδομών, νησιών, δυνάμεων),
- και το πιο σημαντικό, αποκτά τεχνογνωσία και διαλειτουργικότητα σε δόγμα που έχει δοκιμαστεί επιχειρησιακά.
Το πολιτικό μήνυμα είναι διπλό: αφενός «η Ελλάδα δεν είναι μόνη», αφετέρου «η αποτροπή της δεν εξαρτάται από έναν τύπο οπλικού συστήματος». Γι’ αυτό και η Τουρκία επιλέγει να χτυπήσει επικοινωνιακά το πιο γνώριμο πεδίο: τις πτήσεις στο Αιγαίο.
Η γαλλική διάσταση: FDI και Rafale «κλειδώνουν» στρατηγική σχέση
Παράλληλα με το ισραηλινό σκέλος, η Αθήνα κρατά ανοιχτή και ενισχύει τη γαλλική γραμμή: η ένταξη των FDI και η απόκτηση των Rafale συντηρούν μια στρατηγική σχέση που δεν είναι απλώς εξοπλιστική, αλλά και πολιτική, με αποτύπωμα στην Ανατολική Μεσόγειο.
Για την Άγκυρα, αυτό σημαίνει ότι η εξίσωση δεν αφορά πλέον δύο. Και σε αυτές τις περιπτώσεις η Τουρκία ιστορικά επιλέγει να αυξήσει την ένταση στο πεδίο που μπορεί να ελέγξει καλύτερα: την καθημερινή τριβή.
Περιμένουμε αμφισβήτηση του FIR, περισσότερα UAV και πιο επιθετικό αφήγημα
Το πιθανότερο σενάριο, με βάση τη λογική της τουρκικής τακτικής, είναι να δούμε:
- συχνότερες εισόδους στο FIR Αθηνών χωρίς σχέδια πτήσης, ώστε να παράγεται «στατιστική πίεσης» χωρίς πάντα να περνά το όριο της παραβίασης,
- UAV και αεροσκάφη ναυτικής συνεργασίας να αναλαμβάνουν μεγάλο κομμάτι της «τριβής», γιατί είναι χαμηλότερου ρίσκου,
- και «κορυφώσεις» με μαχητικά, ειδικά όταν υπάρχει πολιτική σκοπιμότητα ή ανάγκη επίδειξης αποφασιστικότητας.
Το ελληνικό πλεονέκτημα, όμως, είναι ότι η απάντηση δεν είναι πια «μόνο αναχαιτίσεις». Είναι η μετάβαση σε ένα δικτυοκεντρικό μοντέλο όπου ο αισθητήρας βλέπει, το δίκτυο μοιράζει, και ο φορέας πλήγματος επιλέγει από αέρα, θάλασσα ή ξηρά.
Και αυτό είναι ακριβώς που φοβάται η Άγκυρα: ότι το Αιγαίο περνά από την εποχή της «συνήθειας των παραβιάσεων» στην εποχή όπου κάθε πρόκληση μετριέται, καταγράφεται, προβλέπεται και όταν θα απαιτηθεί θα απαντηθεί με κλιμάκωση που δεν θα την ελέγχει εκείνη.
