Το «θερμό επεισόδιο», η «παγίδα» της Άγκυρας και η αντίδραση της Ελλάδας

Του Κώστα Αλατζά

Τη διαμόρφωση της ατζέντας του ελληνοτουρκικού διάλογου, ο οποίος κατά τη γενική παραδοχή της Διεθνούς Κοινότητας αποτελεί μονόδρομο για την αποκλιμάκωση της έντασης στη νοτιανατολική Μεσόγειο, επιδιώκει στην ουσία με τις φαινομενικά αντιφατικές της κινήσεις της η Άγκυρα η οποία από τη μία κλιμακώνει τις προκλήσεις της και από την άλλη δηλώνει έτοιμη για διάλογο.

Μετά τη τελευταία, τέταρτη κατά σειρά, έκδοση τουρκικής  NAVTEX με την οποία  αναγγέλλεται ότι Oruc Reis θα παραμείνει για σεισμικές έρευνες εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας  μέχρι τις 12 Σεπτεμβρίου, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβούσογλου διαμήνυσε χθες ότι αν η Αθήνα είναι έτοιμη για διάλογο τότε είναι και η Άγκυρα. Η Άγκυρα φαίνεται ότι εκπέμπει αντιφατικά μηνύματα.

Από τη μία συντηρεί την ένταση με την παρουσία του συνοδευόμενου από πολεμικά πλοία  Oruc Reis στη θαλάσσια περιοχή, αγνοώντας  επιδεικτικά τις εκκλήσεις των συμμάχων του ΝΑΤΟ καθώς και τις προειδοποιήσεις και τις αναγγελθείσες κυρώσεις από την ΕΕ. Ταυτόχρονα ο ίδιος ο Ερντογάν προβαίνει σε απειλητικές  και προσβλητικές δηλώσεις εναντίον της Ελλάδας και της Γαλλίας η οποία έχει ανοίξει μέτωπο κατά της νεοθωμανικής αναθεωρητικής στρατηγικής του Τούρκου προέδρου. Από την άλλη, η  τουρκική ηγεσία με δηλώσεις τις τάσσεται υπέρ της έναρξης ενός διαλόγου.

Πού το πάει η Τουρκία

Η συμπεριφορά της Τουρκίας δεν είναι σπασμωδική ή νευρική εξαιτίας των ηγεμονικών τάσεων του Ερντογάν και των πολλών προβλημάτων που αντιμετωπίζει η γείτονα χώρα . Αντιθέτως, όπως εξηγούν αναλυτές στο OnAlert, πέραν του απρόβλεπτου χαρακτήρα του Ερντογάν, η στρατηγική και η ρητορική  της τουρκικής κυβέρνησης απευθύνεται τόσο στο εσωτερικό της χώρας του όσο και προς τη Δύση αποσκοπώντας στην επίτευξη ενός διττού στόχου. Αφενός με την επίκληση του εξωτερικού εχθρού να επιτευχθεί εθνική ενότητα στον λαό που βιώνει τις συνέπειες της σοβαρής  κρίσης που μαστίζει τη τουρκική οικονομία, αφετέρου με την επίδειξη στρατιωτικής ισχύος να καταστήσει σαφές ότι η Τουρκία είναι αποφασισμένη να διεκδικήσει και να προχωρήσει σε έναν διάλογο που δε θα περιλαμβάνει  μόνο τον καθορισμό των θαλασσίων ζωνών.

Η Άγκυρα επιθυμεί να βάλει στο τραπέζι των διαβουλεύσεων τις αξιώσεις της για αλλαγή του status quo στο Αιγαίο αλλά και να επαναφέρει το κυπριακό ζήτημα στο πλαίσιο μίας συνολικότερης διευθέτησης των ΑΟΖ στην ανατολική Μεσόγειο. Ενδεικτικές των προθέσεων της τουρκικής πλευράς είναι: πρώτον, οι αλλεπάλληλες δηλώσεις της τουρκικής ηγεσίας ότι η Άγκυρα θα πάρει αυτό που της αναλογεί στη Μεσόγειο και πως δε γίνεται καμία διευθέτηση στην περιοχή χωρίς αυτήν. Δεύτερον,  η υπενθύμιση του casus belli της τουρκικής εθνοσυνέλευσης στο δικαίωμα της Ελλάδας για επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης από τα 6 στα 12 ν.μ , μετά την ανακοίνωση της ελληνικής κυβέρνησης για στην αύξηση των χωρικών υδάτων στο Ιόνιο και την Κρήτη. Τρίτον, οι δηλώσεις οι οποίες επανέφεραν το ζήτημα της  αποστρατιωτικοποίησης των νησιών στο ανατολικό Αιγαίο, με αφορμή τη δημοσιοποίηση και αναπαραγωγή από τουρκικά μέσα φωτογραφίας με την αλλαγή φρουράς των εθνοφυλάκων στο Καστελόριζο.

Οι διπλωματικοί χειρισμοί της Αθήνας

Η Αθήνα δεν αφήνει αναπάντητη καμία τουρκική αξίωση. Εκδίδει αντι-NAVTEX καταγγέλλοντας την παράνομη δραστηριότητα του Oruc Reis και αποδομεί με ανακοινώσεις του το υπουργείο Εξωτερικών τους τουρκικούς ισχυρισμούς για ύπαρξη και άλλων ελληνοτουρκικών διαφορών εκτός της υφαλοκρηπίδας. Η ελληνική κυβέρνηση  έχει δηλώσει ξεκάθαρα ότι, εφόσον σταματήσουν οι τουρκικές προκλήσεις, οι απειλές και οι εκβιασμοί, είναι διατεθειμένη να προσέλθει σε έναν διάλογο που θα αφορά μία και μόνο διαφορά: τον καθορισμό των θαλασσίων ζωνών.

Όπως έχει καταστήσει σαφές ο ίδιος  ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, σε περίπτωση μη εξεύρεσης λύσης  η ελληνική πλευρά δέχεται τη εκδίκαση της διαφοράς από διεθνή διαιτησία. Στον αντίποδα, η Άγκυρα επιθυμεί έναν διάλογο χωρίς όρους και προϋποθέσεις ώστε να μπορεί να προωθήσει τις διεκδικήσεις της.

Είναι προφανές ότι και οι δύο πλευρές επιθυμούν διάλογο αλλά επί της ουσίας διαφωνούν προς το αντικείμενό του. Η προσθήκη διαρκώς ζητημάτων από τη τουρκική πλευρά συνιστούν διαχρονικά έναν από τους βασικούς λόγους της αποτυχίας των ελληνοτουρκικών προσεγγίσεων.

Η δημιουργία θερμού επεισοδίου

 Έως  τώρα τα δεδομένα δείχνουν ότι η γεφύρωση του χάσματος ανάμεσα στις δυο πλευρές μοιάζει αδύνατη γεγονός που  δικαιολογεί την ανησυχία στους κόλπους του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, Η ανησυχία των συμμάχων και εταίρων εκφράστηκε με την ανάληψη πρωτοβουλίας από τη γερμανική προεδρία της ΕΕ αλλά και από τις τηλεφωνικές παρεμβάσεις του Αμερικανού προέδρου προς τον Έλληνα πρωθυπουργό και τον Τούρκο πρόεδρο.

Η Ευρώπη απειλεί με κυρώσεις την Άγκυρα δίνοντας της έναν μήνα διορία να σταματήσει τις μονομερείς ενέργειες που παραβιάζουν κυριαρχικά δικαιώματα των κρατών-μελών και προκαλούν ένταση και  τις οποίες επικαλείται η ελληνική πλευρά ως αιτία μη έναρξης του διαλόγου. Μέχρι στιγμής η Άγκυρα συνεχίζει ακάθεκτη τις δραστηριότητές της στην ανατολική Μεσόγειο όπως και οι Τούρκοι αξιωματούχοι τις επιθετικές τους δηλώσεις με αποτέλεσμα η Αθήνα να θεωρεί αδύνατο  τον διάλογο όσο η Άγκυρα επιμένει στην κλιμάκωση.

Όπως εκτιμούν στρατιωτικές πηγές η εμμονή της Τουρκίας ενδεχομένως να οφείλεται στην επιθυμία της για πρόκληση ενός θερμού επεισοδίου που θα αναγκάσει την Ελλάδα να συρθεί άρον-άρον σε έναν διάλογο με διευρυμένη ατζέντα. Για αυτό το λόγο επιτελείς του ΓΕΕΘΑ συνιστούν στα στελέχη που παρακολουθούν τις τουρκικές κινήσεις ψυχραιμία και αποφασιστικότητα, ώστε να μη βρουν πάτημα οι τουρκικές επιδιώξεις.  Οι εκτιμήσεις των επιτελών του υπουργείου Εθνικής Άμυνας ενισχύονται και από το δημοσίευμα της γερμανικής εφημερίδας Die Welt που φέρει τον Τούρκο πρόεδρο να ζήτησε από τους στρατηγούς του θερμό επεισόδιο και εκείνοι αρνήθηκαν.

Η επόμενη ημέρα

Το ερώτημα είναι τι θα γίνει αν η Τουρκία, ανταποκρινόμενη στις εκκλήσεις των ΗΠΑ και της ΕΕ ρίξει τους τόνους, αποσύρει το Oruc Reis υποστηρίζοντας στο εσωτερικό της για λόγους γοήτρου ότι το πλοίο ολοκλήρωσε την αποστολή του και εν τέλει δηλώσει έτοιμη για  έναν διάλογο με όλους και για όλα.  Αν δηλαδή η Τουρκία ισχυριστεί ότι έκανε ήδη ένα βήμα πίσω οδηγώντας την κατάσταση σε αποκλιμάκωση ζητώντας ανάλογη κίνηση από την Ελλάδα, ώστε να αρχίσει ο θεμιτός από όλες τις πλευρές ελληνοτουρκικός διάλογος. Ποια θα είναι η ελληνική αντίδραση;

Έως τώρα παραμένει άγνωστο αν η ΕΕ και οι ΗΠΑ ασκούν πιέσεις να προσέλθει στο διάλογο η Ελλάδα χωρίς τον απαράβατο όρο της μίας και μόνης ελληνοτουρκικής διαφοράς που αποδέχεται η Αθήνα μετά τη δεκαετία του 70.  Μάλιστα, πηγές του υπουργείου Εξωτερικών απαντώντας στη σχετική ερώτηση αναφέρουν ότι δεν έχει τεθεί τέτοιο ζήτημα και αυτό που προέχει είναι η αποκλιμάκωση της έντασης.