Τι αναφέρει η ΠΟΕΣ σε επιστολή της για την καταβολή εφάπαξ βοηθήματος στρατιωτικών

Η Πανελλαδική Ομοσπονδία Ενώσεων Στρατιωτικών (ΠΟΕΣ) φέρνει στο προσκήνιο μια πολύ σοβαρή αδικία που διαιωνίζεται από την εποχή των μνημονίων και που, σε καμία περίπτωση δεν συνάδει με τη μεγάλη οικονομική επιτυχία που διαφημίζει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης. Το 2014 μία από τις μεγάλες αδικίες που υπέστησαν οι στρατιωτικοί ως προς τα δεδουλευμένα τους αφορούσε και την επιστροφή του εφάπαξ, το οποίο από 1/1/15 υπολογίζεται δίχως τις τοκοφορίες.

Ωστόσο, οι εποχές του δημοσιονομικού ελέγχου έχουν παρέλθει, πρόσφατα δε, διαφημίστηκε και η αναβάθμιση της χώρας μας από διεθνή οίκο αξιολόγησης, συνεπώς το κράτος δεν έχει κανένα δικαίωμα να παρακρατά χρήματα τα οποία πηγάζουν από τη μισθοδοσία των στρατιωτικών. Ως εκ τούτου, η ΠΟΕΣ δεν ζητάει κάτι παράλογο, παρά τη θεσμοθέτηση της απόδοσης των τόκων στους δικαιούχους, με βάση μια ιδιαίτερα ρεαλιστική πρόταση.

Η επιστολή της ΠΟΕΣ:

«Σύμφωνα με τους ιδρυτικούς νόμους των Μετοχικών Ταμείων των ΕΔ, οι εν ενεργεία στρατιωτικοί από την ημέρα της κατάταξής τους κι έπειτα αποκτούν μετοχική σχέση η οποία λήγει με την οριστική έξοδό τους από το στράτευμα. Στο πλαίσιο αυτής της σχέσης διενεργούνται σε πάγια βάση μηνιαίες κρατήσεις υπέρ των ΜΤ και των ειδικών λογαριασμών, όπως εν προκειμένω για το εφάπαξ βοήθημα αποστρατείας [στο πλαίσιο άρθρου 14 του (α) σχετικού].

Με τη σταδιακή (επί τα χείρω) τροποποίηση του ισχύοντος θεσμικού και κανονιστικού πλαισίου, ο υπολογισμός του εφάπαξ βοηθήματος από την 1.1.2015 κι έπειτα γίνεται δίχως τον συνυπολογισμό τόκων. Αυτό συνεπάγεται ότι, σε ένα στέλεχος που εισήλθε στις ΕΔ το 2015, με την έξοδό του από στο στράτευμα θα επιστραφούν μόνο οι κρατήσεις που του έγιναν καθ’ όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του, ενώ όσο πιο «κοντά» βρίσκεται στην εν λόγω ημερομηνία η ημερομηνία κατάταξης του στελέχους, τόσο μικρότερη ανταποδοτικότητα θα υπάρξει με την αποστρατεία του.

Η εν λόγω ιδιαίτερα δυσμενής ρύθμιση του περιβόητου μνημονιακού νόμου Κατρούγκαλου [άρθρο 35 σχετικού (β)], είχε θεσπιστεί κατ’ ανάγκη, στο πλαίσιο της υλοποίησης των δεσμεύσεων των κυβερνήσεων για «περικοπές δαπανών» προκειμένου να μετριαστούν τα δυσμενή αποτελέσματα του περιβόητου «κουρέματος» του 2012 (PSI) και τα οποία είχαν οδηγήσει το ελληνικό Δημόσιο σε δυσχέρεια να ανταπεξέλθει στην καταβολή (μεταξύ άλλων και) των εφάπαξ βοηθημάτων.

Εντούτοις, η ρύθμιση αυτή δημιούργησε ένα απαράδεκτο τετελεσμένο, ότι τα χρήματα των στρατιωτικών παρακρατούνται και (προφανώς) επενδύονται ως είθισται σε τέτοιες περιπτώσεις, αλλά οι τοκοφορίες παραμένουν στο Δημόσιο αντί να τους επιστρέφονται, όπως δηλαδή γινόταν με τους υπολογισμούς έως την 31.12.2014.

Τα τελευταία χρόνια ακούμε διαρκώς διαβεβαιώσεις για τη δήθεν μεγάλη επιτυχία, μεταμόρφωση και διεθνή αναγνώριση της ελληνικής οικονομίας κλπ. Ως πρόσχημα παρουσιάζονται και δήθεν αναβαθμίσεις από κάποιους οίκους αξιολόγησης. Ωστόσο, αποτελεί οξύμωρο γεγονός ότι, κανείς στρατιωτικός δε βιώνει τα αποτελέσματα αυτής της «μεγάλης επιτυχίας», ενώ παράλληλα βλέπει την ποιότητα ζωής του να επιδεινώνεται με ρυθμό ανάλογο με τη συρρίκνωση της αγοραστικής του δύναμης.

Η καταβολή του εφάπαξ βοηθήματος είναι μόλις μία από τις εκφάνσεις αυτής της εικονικής πραγματικότητας για την οποίαν προσπαθεί να μας πείσει το οικονομικό επιτελείο. Αδιαμφισβήτητη απόδειξη τούτων αποτελεί το γεγονός ότι, παρά τις «επιτυχίες», οι δυσμενείς διατάξεις παρέμειναν καθ’ όλα τα χρόνια, παρά το γεγονός ότι το επίμαχο άρθρο 35 αντικαταστάθηκε το 2020 με το (δ) σχετικό (νόμο Βρούτση).

Ωστόσο, το γεγονός ότι από το 2015 κι έπειτα απλώς επιστρέφεται το παρακρατηθέν κεφάλαιο στις/ους δικαιούχους αποτελεί μόνο τη μία όψη του νομίσματος που υποδηλώνει τη συνολική αποτυχία μιας οικονομικής πολιτικής που (έχει ομολογηθεί ότι) βασίζεται στην εσωτερική ανακατανομή και αναδιανομή πόρων. Παράλληλα, το τελευταίο διάστημα παρακολουθούμε με πολύ μεγάλη προσοχή και ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον τα τεκταινόμενα περί τα ΜΤ:

Όλα τα παραπάνω, ακόμα και τα φαινομενικά άσχετα μεταξύ τους, θεωρούμε ότι δεν έχουν έρθει στο προσκήνιο αυτή την περίοδο από κάποια τυχαιότητα. Ούτε μπορεί να εκληφθεί ως σύμπτωση η πρόσφατη έμμεση παραδοχή του Υπουργού Οικονομικών ότι παρά τις μεγάλες επιτυχίες «το ταμείο δεν έχει».

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι στο πλαίσιο εξεύρεσης πόρων, μία Διοίκηση που παραδέχεται ότι απολύει πρώτα για να προσλάβει μετά, ή επιβάλει φορολογία εισοδήματος ακόμα και στη νυκτερινή αποζημίωση για εξεύρεση εσόδων, θα επιχειρήσει να «βάλει χέρι» σε κάθε πιθανό «στόχο»: η μη καταβολή της τοκοφορίας που προκύπτει από τις κρατήσεις που γίνονται υπέρ των ειδικών λογαριασμών αλληλοβοήθειας για το εφάπαξ βοήθημα, αποτελούν τον πλέον αδιάψευστο μάρτυρα. Ωστόσο, η τακτική αυτή δεν μπορεί να συνεχιστεί.

Τους τελευταίους μήνες διαπιστώνουμε να ψηφίζονται διαρκώς ρυθμίσεις με σταθερά αρνητικό πρόσημο για τα οικονομικά των στρατιωτικών. Ίσως το πιο πρόσφατο αλλά και πιο πομπώδες παράδειγμα όλων είναι η περιβόητη «προσαύξηση» στο επίδομα ιδιαίτερων συνθηκών εργασίας, ένα κυριολεκτικό φιάσκο, που ξεκίνησε από επίδομα Στόλου και τελικώς κατέληξε σε ψίχουλα, τα οποία σε μεγάλο μέρος παίρνει η εφορία. Το ακόμα πιο προσβλητικό είναι, ότι όλες οι δυσμενείς ρυθμίσεις ονομάζονται αλαζονικά «παροχές».

Όπως έχουμε ξανατονίσει, εάν στο ΜΤΣ υφίστανται προβλήματα, αυτά πρέπει να επιλυθούν και η εξυγίανση να γίνει στο πλαίσιο παλαιότερων αναλογιστικών μελετών οι οποίες τα είχαν εντοπίσει και οφείλει να απαντηθεί αρμοδίως εάν εξακολουθούν να υφίστανται. Εάν υπάρχουν προβλήματα ρευστότητας τα οποία δημιουργούν τετελεσμένα εις βάρος των δικαιούχων, αυτά σαφώς και δεν επιτρέπεται να συνεχίσουν να επιλύονται με τη διαιώνιση δυσμενών διατάξεων, ή τη θέσπιση νέων στην ίδια αρνητική φιλοσοφία.

Από την πλευρά μας, απαιτούμε να δούμε στην πράξη αυτή το περιβόητο οικονομικό θαύμα, για το οποίο, μάλιστα, τόσο πολύ μας επιβραβεύουν και οι οίκοι αξιολόγησης και, ομοίως, απαιτούμε να το δούμε με ουσιαστικά μέτρα και όχι με μέτρα φτωχοποίησης τύπου “pass”. Εκτός αν όλες αυτές οι αναβαθμίσεις δεν αφορούν τους πολίτες, κάτι που, αν ισχύει, οφείλει να ξεκαθαριστεί.

Σε αυτό το πνεύμα, θεωρούμε ότι η διάταξη που έφερε για λόγους ανωτέρας βίας ο νόμος Κατρούγκαλου στο θέμα της μείζονος αδικίας της απόδοσης των κρατήσεων άνευ τόκων στους υπολογισμούς από 1.1.2015 κι έπειτα, έχει πάψει να έχει λόγο ύπαρξης εδώ και χρόνια και ως εκ τούτου οφείλει να αντικατασταθεί ως αναχρονιστική και άδικη, προκειμένου το νέο πλαίσιο να συμβαδίζει με την οικονομική ανθοφορία που διαρκώς επικαλείται το οικονομικό επιτελείο. Κατόπιν τούτου και προς την αποκατάσταση της αδικίας εισηγούμαστε την κάτωθι ρύθμιση:

«Άρθρο ….

Εφάπαξ παροχή

Η παράγραφος 1 του άρθρου 17 του ν.δ. 398/ 1974 (Α΄ 116) αντικαθίσταται από δημοσιεύσεως του παρόντος, ως εξής:

«1. Για τον προσδιορισμό του ύψους του εφάπαξ βοηθήματος που χορηγείται στους μετόχους που εξέρχονται από την υπηρεσία αθροιστικά, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 9 του άρθρου 35 του ν. 4387/2016 (Α΄85), ισχύουν τα εξής:

α. Για χρόνο μετοχικής σχέσης έως την 31.12.2023, το ύψος του βοηθήματος υπολογίζεται, σύμφωνα με την τεχνική βάση διανεμητικού συστήματος προκαθορισμένων εισφορών με νοητή κεφαλαιοποίηση κατά το μαθηματικό τύπο της περίπτωσης γ΄ της παρ. 4 του άρθρου 35 του ν. 4387/2016.

β. Για χρόνο μετοχικής σχέσης από την 1.1.2024 και εξής, το ύψος του βοηθήματος προκύπτει από τον πολλαπλασιασμό των ετών συμμετοχής τους στον Ειδικό Λογαριασμό επί του αθροίσματος του βασικού μισθού του μισθολογικού κλιμακίου στο οποίο είναι ενταγμένοι και του επιδόματος ιδιαίτερων συνθηκών εργασίας που λαμβάνουν κατά την ημερομηνία εξόδου τους από την υπηρεσία, προσαυξημένου με το ποσό των εκατόν εβδομήντα έξι (176) ευρώ. Στο άθροισμα του προηγούμενου εδαφίου το επίδομα ιδιαίτερων συνθηκών εργασίας λαμβάνεται υπόψη με τη μέγιστη προσαύξηση που έλαβαν οι μέτοχοι κατά τα έτη συμμετοχής τους στον Ειδικό Λογαριασμό. Χρόνος συμμετοχής στον Ειδικό Λογαριασμό μικρότερος του έτους προσμετράτε αναλόγως των μηνών συμμετοχής στο έτος αυτό. Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου τυχόν χρόνος συμμετοχής ίσος ή μεγαλύτερος των δεκαπέντε (15) ημερών λογίζεται ως πλήρης μήνας, ενώ τυχόν χρόνος συμμετοχής μικρότερος των δεκαπέντε (15) ημερών δεν υπολογίζεται.

Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας που εκδίδεται κατόπιν εισήγησης της οικείας Διοικούσας Επιτροπής το ύψος του βοηθήματος που υπολογίζεται σύμφωνα με την περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 μπορεί να περιορίζεται αναλόγως της οικονομικής κατάστασης του Ειδικού Λογαριασμού.».

Στο άρθρο 35 του ν. 4387/2016 (Α΄ 85) όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, οι περιπτώσεις 4β και 4γ αντικαθίστανται ως εξής:

«4β. Για τον χρόνο ασφάλισης που πραγματοποιήθηκε από 1.1.2015 μέχρι και 31.12.2023 ισχύει ότι: Για τους μισθωτούς και αυτοτελώς απασχολούμενους το τμήμα της εφάπαξ παροχής που αναλογεί στα έτη ασφάλισης από την 1.1.2015 μέχρι και 31. 12.2023, υπολογίζεται με βάση το διανεμητικό σύστημα προκαθορισμένων εισφορών με νοητή κεφαλαιοποίηση. Οι ασφαλιστικές εισφορές που έχουν καταβληθεί κατά το ανωτέρω διάστημα για κάθε ασφαλισμένο τηρούνται σε ατομικές μερίδες. Με βάση την αρχή της ισοδυναμίας το ποσό της εφάπαξ παροχής ισούται με τη συσσωρευμένη αξία των εισφορών κατά την ημερομηνία αποχώρησης. Η συσσώρευση των εισφορών θα γίνει με το πλασματικό ποσοστό επιστροφής, το οποίο προκύπτει από την ετήσια ποσοστιαία μεταβολή των συντάξιμων αποδοχών των ασφαλισμένων.

4γ. Για τον χρόνο ασφάλισης που πραγματοποιείται από την 1.1.2024 και εφεξής: Για τους μισθωτούς και αυτοτελώς απασχολούμενους το τμήμα της εφάπαξ παροχής που αναλογεί στα έτη ασφάλισης από την 1.1.2024 και εφεξής, υπολογίζεται με βάση τον πολλαπλασιασμό των ετών συμμετοχής τους στον Ειδικό Λογαριασμό επί του αθροίσματος του βασικού μισθού του μισθολογικού κλιμακίου στο οποίο είναι ενταγμένοι και του επιδόματος ιδιαίτερων συνθηκών εργασίας που λαμβάνουν κατά την ημερομηνία εξόδου τους από την υπηρεσία, προσαυξημένου με το ποσό των εκατόν εβδομήντα έξι (176) ευρώ. Στο άθροισμα του προηγούμενου εδαφίου το επίδομα ιδιαίτερων συνθηκών εργασίας λαμβάνεται υπόψη με τη μέγιστη προσαύξηση που έλαβαν οι μέτοχοι κατά τα έτη συμμετοχής τους στον Ειδικό Λογαριασμό. Χρόνος συμμετοχής στον Ειδικό Λογαριασμό μικρότερος του έτους προσμετράτε αναλόγως των μηνών συμμετοχής στο έτος αυτό. Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου τυχόν χρόνος συμμετοχής ίσος ή μεγαλύτερος των δεκαπέντε (15) ημερών λογίζεται ως πλήρης μήνας, ενώ τυχόν χρόνος συμμετοχής μικρότερος των δεκαπέντε (15) ημερών δεν υπολογίζεται».

Φωτογραφία Eurokinissi