Φορολογικές δηλώσεις 2019: Έρχονται τα πάνω, κάτω

 Όλα όσα πρέπει να γνωρίζετε για την υποβολή τις φορολογικές δηλώσεις 2019. Όλες οι αλλαγές που έρχονται αλλά και πότε ξεκινάει η υποβολή. Τα κλειδιά για να μην πληρώσετε μεγαλύτερο φόρο.

Νωρίτερα από κάθε άλλη φορά ξεκινά να μετρά αντίστροφα για την υποβολή των φορολογικών δηλώσεων για 6,2 εκατ. φορολογούμενους. Το εναρκτήριο λάκτισμα για το ετήσιο ραντεβού με την εφορία έδωσε χθες ο επικεφαλής της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων Γιώργος Πιτσιλής, με την έκδοση των νέων εντύπων φορολογίας εισοδήματος.

Οι αλλαγές που επέρχονται είναι ελάχιστες. Ωστόσο υπάρχει μία σημαντική καινοτομία σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Αυτή είναι το ατομικό εκκαθαριστικό σημείωμα που θα λάβουν οι σύζυγοι ανεξάρτητα από το εάν θα επιλέξουν να υποβάλουν κοινή ή ξεχωριστή φορολογική δήλωση.

Το νέο έντυπο Ε1 δεν έχει ουσιαστικές διαφορές σε σχέση με το περυσινό ενώ δεν αλλάζει τίποτα στον τρόπο εξόφλησης του φόρου εισοδήματος.

Σύμφωνα με την εγκύκλιο οι φορολογούμενοι με χρεωστικό σημείωμα θα πληρώσουν το φόρο σε τρεις ίσες διμηνιαίες δόσεις εκ των οποίων η πρώτη έως τις 31 Ιουλίου, η δεύτερη έως 30 Σεπτεμβρίου και η τρίτη έως τις 29 Νοεμβρίου.

Η ηλεκτρονική πύλη του Taxis για την υποβολή των φορολογικών δηλώσεων αναμένεται να ανοίξει εντός του Μαρτίου και οι φορολογούμενοι θα έχουν περιθώριο μέχρι το τέλος Ιουνίου για να εκπληρώσουν την ετήσια φορολογική τους υποχρέωση.

Τα βασικά σημεία που συνθέτουν τον καμβά των φετινών φορολογικών δηλώσεων

Οι φορολογούμενοι που δεν έχουν καλύψει το εισόδημά τους με το απαιτούμενο ποσό αποδείξεων θα πληρώσουν έξτρα φόρο 22% στο ποσό που λείπει. Σε κάθε περίπτωση κατά την οποία το τεκμαρτό εισόδημα, δηλαδή αυτό που προκύπτει από την εφαρμογή των τεκμηρίων διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων, είναι μεγαλύτερο του δηλωθέντος και η επιπλέον διαφορά δεν καλύπτεται από τον φορολογούμενο, το ύψος της ετήσιας δαπάνης για αγορές αγαθών και λήψη υπηρεσιών που πρέπει να έχει εξοφληθεί με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής για να κατοχυρωθεί η έκπτωση φόρου θα προσδιορίζεται ως ποσοστό επί του (υψηλότερου) τεκμαρτού κι όχι επί του (χαμηλότερου) δηλωθέντος εισοδήματος.