Συμβούλιο Εθνικής Στρατιωτικής Στρατηγικής – Μια πρόταση για τις μεταρρυθμίσεις στις ΕΔ

Γράφει ο Γεώργιος Χατζηθεοφάνους
Ταξίαρχος ε.α.
Οικονομολόγος-PMP/PMI

Δύο μεγάλα και σοβαρά προβλήματα που βασανίζουν τις ένοπλες δυνάμεις τις τελευταίες δεκαετίες είναι το ζήτημα των εξοπλισμών, που βρέθηκε ξανά στην επικαιρότητα το τελευταίο διάστημα με την έγκριση από το ΚΥΣΕΑ των 500 εκ. για την αναβάθμιση των αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας και το ζήτημα των μεταρρυθμίσεων (αναδιοργάνωσης), το οποίο επίσης ήρθε ξανά στην επικαιρότητα με δηλώσεις του ΑΝΥΕΘΑ για αλλαγές στη θητεία και κυρίως του ΥΦΕΘΑ για νέα δομή δυνάμεων και μείωση του αριθμού των κέντρων νεοσυλλέκτων. Προφανώς το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο δεν είναι αποτελεσματικό.

Τα οργανωμένα σύνολα και κράτη προσδιορίζουν με σαφήνεια το ελάχιστο παραδεκτό έργο, ει δυνατόν σε μετρήσιμα μεγέθη, και το επιτυγχάνουν απρόσωπα, μέσω συγκεκριμένων και θεσμοθετημένων αποτελεσματικών διεργασιών-διαδικασιών. Το επιπρόσθετο έργο, πέρα του ελάχιστου παραδεκτού, είναι συνάρτηση των προσώπων ήτοι των ικανοτήτων, των γνώσεων, των δεξιοτήτων, της εμπειρίας, της εργατικότητας αλλά και της θέλησή τους για προσφορά. Στη Χώρα μας, ακόμη και για την επίτευξη του ελάχιστου παραδεκτού, σε πλείστες όσες περιπτώσεις, αναζητούμε ηγέτες. Τούτο δύναται να αποδοθεί στην απουσία αποτελεσματικών διεργασιών-διαδικασιών. Πρόσφατα ζήσαμε έναν ενθουσιασμό από την πολιτική απόφαση μετάθεσης σε μονάδες της μεθορίου 1500 περίπου στρατιωτών που υπηρετούσαν στην Αθήνα και στην Καλαμάτα επειδή απλά είχαν «μπάρμπα στην Κορώνη». Φθάσαμε δηλαδή στο σημείο να επαινούμε το αυτονόητο. Και φυσικά ίσως αύριο (το πλέον πιθανό) με μια νέα απόφαση οι ίδιοι ή κάποιοι άλλοι λάβουν μετάθεση και πάλι για τα σύνορα του Παπάγου.

Το άλλο χαρακτηριστικό των οργανωμένων Κρατών είναι ο μακροχρόνιος σχεδιασμός και η συνέχεια, που απουσιάζουν από το σύνολο σχεδόν του κρατικού μηχανισμού στη Χώρα μας, συμπεριλαμβανομένου του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, και τούτο αναμφισβήτητα συνιστά ένα σοβαρό πρόβλημα στην λειτουργία του Κράτους.

Η απουσία θεσμοθετημένων αποτελεσματικών διαδικασιών-διεργασιών και μακροχρόνιου σχεδιασμού και συνέχειας αποτελούν τα σοβαρά προβλήματα στην εκπόνηση και σύνταξη μιας ολοκληρωμένης και αποτελεσματικής Εθνικής Στρατιωτικής Στρατηγικής. Τις τελευταίες 10ετίες έχουν γίνει πολλές μεταρρυθμιστικές προσπάθειες στο χώρο των ενόπλων δυνάμεων χωρίς τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Απόδειξη τούτου είναι η κοινή διαπίστωση πως μόλις ολοκληρώνεται μια προσπάθεια προκύπτει ανάγκη για μια νέα.

Τούτο μπορεί να αποδοθεί σε διάφορους λόγους οι πλέον σημαντικοί των οποίων περιλαμβάνουν τις πελατειακές σχέσεις των εκάστοτε Κυβερνώντων κυρίως με τις τοπικές αρχές, που επιθυμούν στρατόπεδα στις περιοχές τους για οικονομικούς λόγους, αλλά κι άλλους πόλους εξουσίας, κακή σχεδίαση και τέλος συχνή αλλαγή προσώπων, που λαμβάνουν αποφάσεις (αλλαγή πολιτικής ηγεσίας και/ή Αρχηγών Γενικών Επιτελείων), ήτοι απουσία μακροχρόνιου σχεδιασμού και συνέχειας.

Το σύστημα στις ένοπλες δυνάμεις είναι «Αρχηγοκεντρικό» που σημαίνει πως οι Αρχηγοί (Α/ΓΕΕΘΑ, Α/ΓΕΣ, Α/ΓΕΝ και Α/ΓΕΑ) είναι αυτοί που τελικά αποφασίζουν, σε στρατιωτικό επίπεδο, ανεξάρτητα από τις εισηγήσεις των επιτελών τους. Οι δε Αρχηγοί, όπως περιέγραψα σε πρόσφατο άρθρο, είναι άμεσα εξαρτώμενοι από τον εκάστοτε ΥΕΘΑ, ο οποίος τους επιλέγει και φυσικά τους αντικαθιστά όποτε θέλει μέσα από μια τυπική-μη ουσιαστική διαδικασία-έγκριση του ΚΥΣΕΑ, όπως αποδείχθηκε από την κατάθεση του πρώην Πρωθυπουργού, Κώστα Σημίτη, στη δίκη του Άκη Τσοχατζόπουλου. Στην πράξη αυτό σημαίνει πως οι επιτελείς προς τον Αρχηγό τους και οι Αρχηγοί προς τον πολιτικό τους προϊστάμενο όχι απλά υποβάλλουν εισηγήσεις σύμφωνα με τις κατευθύνσεις τους αλλά πολλές φορές προσπαθούν να εκμαιεύσουν την επιθυμία τους και να προβούν σε αντίστοιχες εισηγήσεις ώστε να κερδίσουν την εύνοιά τους. Εάν π.χ. ο ΥΕΘΑ ζητήσει την μείωση της θητείας για πολιτικό κομματικό όφελος είναι πολύ πιθανόν την επομένη να δεχθεί σχετική εισήγηση από τους Αρχηγούς, διότι σε άλλη περίπτωση είναι βέβαιο πως η αποστρατεία τους είναι δεδομένη.

Η κατάσταση αυτή δημιουργεί πρόβλημα στην πολιτική ηγεσία που δεν μπορεί να αρνηθεί οποιοδήποτε αίτημα της κομματικής βάσης αλλά και στην στρατιωτική, που είναι αναγκασμένη να ευθυγραμμίζεται με τις κομματικές επιθυμίες του πολιτικού τους προϊσταμένου. Τούτο προκαλεί διπλή ζημιά στις ένοπλες δυνάμεις. Αφενός οι πελατειακές σχέσεις δεν επιτρέπουν την εκπόνηση αποτελεσματικής εθνικής στρατιωτικής στρατηγικής (σύνθεση-δομή-διάταξη ενόπλων δυνάμεων, ύψος θητείας, εξοπλισμοί κλπ) αφετέρου η δυσπιστία που περιρρέει σε ότι αφορά στους εξοπλισμούς έχει οδηγήσει τα τελευταία χρόνια τις πολιτικές ηγεσίες σε αδράνεια με σοβαρές συνέπειες στο αξιόμαχο των ενόπλων δυνάμεων.

Για την αντιμετώπιση του προβλήματος που δεν επιτρέπει μια αποτελεσματική ολοκληρωμένη στρατιωτική στρατηγική και έχει ως αποτέλεσμα πέρα των άλλων την σπατάλη πόρων, προϊόν των θυσιών του ελληνικού λαού, απαιτείται η θεσμοθέτηση διαδικασιών-διεργασιών και κυρίως ενός νέου θεσμικού οργάνου (ανεξάρτητη αρχή), το οποίο θα προβαίνει στην εκπόνηση της εθνικής στρατιωτικής στρατηγικής, σε περιβάλλον αποστειρωμένο από κάθε μορφής πελατειακές σχέσεις, θα συγκεντρώνει όλα απαραίτητα προσόντα-εφόδια, που θα εγγυώνται υψηλού επιπέδου αποτέλεσμα και θα προσδίδουν στην προσπάθεια αυτή τα χαρακτηριστικά του μακροχρόνιου σχεδιασμού και της συνέχειας.

Το έργο του συγκεκριμένου θεσμικού οργάνου θα περιλαμβάνει την συγκέντρωση όλων των απαραίτητων στοιχείων-δεδομένων (inputs), ήτοι την Πολιτική Εθνικής Ασφάλειας (ΠΕΑ), απειλές (δυνατότητες – προθέσεις), μελέτη της σύνθεσης-οργάνωσης προηγμένων στρατών του ΝΑΤΟ, lessons Learned από πρόσφατους πολέμους, νέα οπλικά συστήματα κλπ και θα συντάσσουν (output) την Εθνική Στρατιωτική Στρατηγική ήτοι μέγεθος, δομή, εξοπλισμοί, ύψος θητείας, στρατηγική σχεδίαση κλπ των ενόπλων δυνάμεων. Είναι σαφές πως η διαδικασία αυτή εμπεριέχει δυναμική ήτοι απαιτεί τη σε μόνιμη βάση παρακολούθηση όλων των δεδομένων (inputs) και διορθωτικές παρεμβάσεις όποτε απαιτείται.

Το θεσμικό αυτό όργανο (ανεξάρτητη αρχή), που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε Συμβούλιο Εθνικής Στρατιωτικής Στρατηγικής, δύναται να στελεχωθεί από τους κατά τεκμήριο καλύτερους απόστρατους αξιωματικούς και των τριών κλάδων των ενόπλων δυνάμεων, ήτοι τους απερχόμενους Αρχηγούς ΓΕΕΘΑ,ΓΕΣ,ΓΕΝ και ΓΕΑ. Συγκεκριμένα η αρχική συγκρότηση δύναται να γίνει με τους τελευταίους 3-4 Α/ΓΕΕΘΑ, 2-3 Α/ΓΕΣ, 2-3 Α/ΓΕΝ και 2-3 Α/ΓΕΑ ενώ θα συμμετέχουν και οι αντίστοιχοι εν ενεργεία με προεδρεύοντα τον εκάστοτε Α/ΓΕΕΘΑ. Μόλις ένας εκ των Αρχηγών αποστρατεύεται θα εντάσσεται στο εν λόγω συμβούλιο και θα αποχωρεί ο παλαιότερος αντίστοιχος.

Τα μέλη της επιτροπής μετά την αποχώρησή τους από το Συμβούλιο, δεν θα έχουν το δικαίωμα να θέσουν υποψηφιότητα στις επόμενες κοινοβουλευτικές και εκλογές της τοπικής αυτοδιοίκησης, να καταλάβουν θέσεις στο δημόσιο τομέα (πρόεδροι οργανισμών κλπ) ούτε να εργαστούν για λογαριασμό εταιρειών, που με κάθε τρόπο εμπλέκονται σε συναλλαγές με τις ΕΔ (εξοπλιστικά, εφοδιασμός κλπ).

Εναλλακτικά θα μπορούσε να δημιουργηθεί μια δεξαμενή ανωτάτων αξιωματικών που πληρούν σαφώς καθορισμένα κριτήρια (qualifications) από την οποία με κλήρωση θα γίνεται η επιλογή, για την αρχική συγκρότηση αλλά και την αντικατάσταση των απερχομένων.

Είναι προφανές πως η έγκριση-νομιμοποίηση της Εθνικής Στρατιωτικής Στρατηγικής μπορεί να γίνει μόνο από την εκάστοτε Κυβέρνηση μέσω του ΚΥΣΕΑ, το οποίο φυσικά διατηρεί το δικαίωμα λήψης απόφασης διαφορετικής από την εισήγηση της επιτροπής. Σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει το ζήτημα να έρχεται στην διαρκή επιτροπή εθνικής άμυνας και εξωτερικών υποθέσεων της Βουλής, όπου θα δίδονται οι απαραίτητες εξηγήσεις. Σε κάθε περίπτωση τόσο η αρχική πρόταση της επιτροπής όσο και το ιστορικό θα τηρούνται στο αρχείο. Οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ γνωρίζουν πως σήμερα οι εισηγήσεις των επιτελών προς τους αρχηγούς και την πολιτική ηγεσία γίνονται με τις κατευθύνσεις τους και φυσικά τροποποιούνται στην γραμμή της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας διευκολύνοντάς την (αφού πουθενά δεν φαίνεται η αρχική εισήγηση) στη λήψη αποφάσεων προς κομματικό ή ίδιο όφελος, είτε αυτές αφορούν το ύψος της θητείας, την ενεργοποίηση ή απενεργοποίηση στρατοπέδων είτε τα εξοπλιστικά.

Η θεσμοθέτηση του Συμβουλίου Στρατιωτικής Στρατηγικής εξασφαλίζει κυρίως μακροχρόνιο σχεδιασμό και συνέχεια, εκμετάλλευση της συσσωρευμένης-πολυετούς και πολυεπίπεδης γνώσης και εμπειρίας των πλέον, κατά τεκμήριο, ικανότατων-κορυφαίων στελεχών και από τους τρείς κλάδους των ενόπλων δυνάμεων, δυνατότητα ταχείας προσαρμογής σε εναλλαγές καταστάσεων σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο περιβάλλον, καλύτερα-κατάλληλα εξοπλιστικά προγράμματα, που θα εξασφαλίζουν το μέγιστο δυνατό αποτέλεσμα με τη μικρότερη δυνατή θυσία και συγκρότηση ολοκληρωμένης-πλήρους Στρατιωτικής Στρατηγικής μεγάλου «ειδικού βάρους» για προφανείς λόγους, καθόσον πέρα των άλλων θα είναι προϊόν πολλών και διαφορετικών απόψεων μέσα από τις οποίες πάντα εξάγεται η βέλτιστη λύση, απαλλαγμένες από τις σημερινές παθογένειες όπως το καρκίνωμα που λέγεται πελατειακές σχέσεις και διαφθορά-διαπλοκή.

Είναι βέβαιο πως όπου υπεισέρχεται ως μεταβλητή ο άνθρωπος δεν μπορεί να υπάρξει η άριστη λύση και ως εκ τούτου κάποιοι θα εντοπίσουν αδυναμίες στην πρόταση αυτή κυρίως στο ζήτημα εμπλοκής των απόστρατων αξιωματικών. Η αντιμετώπιση όμως των γνωστών παθογενειών, όχι με διαπιστώσεις και ευχολόγια, όπως γίνεται μέχρι σήμερα, αλλά με θεσμοθετημένες αποτελεσματικές διαδικασίες-διεργασίες που θα προσδώσουν στο σύστημα, πέρα των άλλων, τα χαρακτηριστικά του μακροχρόνιου σχεδιασμού και της συνέχειας είναι βέβαιο πως θα οδηγήσουν στην αντιμετώπιση του προβλήματος σε σημαντικό βαθμό και τούτο συνιστά πρόοδο και επιτυχία.
Ειδικά σε ότι αφορά στο ζήτημα της αξιοποίησης των αποστράτων αξιωματικών και των τριών κλάδων των ενόπλων δυνάμεων θεωρώ πως πρέπει να επανεξεταστεί από μηδενική βάση. Υπάρχουν άριστοι με συσσωρευμένη σπουδαία εμπειρία που έχουν πολλά να προσφέρουν. π.χ. κάποιος που διετέλεσε διευθυντής κέντρου επιχειρήσεων (Chief of JOC) σε Νατοϊκό Στρατηγείο σε επιχειρήσεις, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως advisor (κατά τα Νατοϊκά πρότυπα) σε ασκήσεις στην Ανωτάτη Διακλαδική Σχολή Πολέμου ή και σε άλλες Σχολές αλλά και Στρατηγεία. Δυστυχώς η κακή εμπειρία του παρελθόντος, ήτοι οι κλαδικές αποστράτων και η αξιοποίηση απόστρατων αξιωματικών στο πλαίσιο καθαρά πελατειακών σχέσεων του πολιτικού συστήματος μας οδήγησε, κατά την προσφιλή μας πρακτική του εκκρεμούς, στο άλλο άκρο. Αυτό όμως από μόνο του αποτελεί ένα ξεχωριστό, μεγάλο και σοβαρό θέμα.

Είναι σαφές πως με το παρόν κείμενο δεν φιλοδοξώ να δώσω το θεσμικό πλαίσιο σύστασης και τις λεπτομέρειες λειτουργίας του Συμβουλίου Εθνικής Στρατιωτικής Στρατηγικής, το οποίο απαιτεί την εκπόνηση σχετικής μελέτης.

Η οικονομική κρίση βρίσκεται σε εξέλιξη και είναι βέβαιο πως η Ελλάδα που θα προκύψει με την έξοδο από την κρίση θα είναι μια άλλη Ελλάδα. Παράλληλα συντελούνται σημαντικές αλλαγές στο εγγύς αλλά και στο παγκόσμιο γεωστρατηγικό περιβάλλον που δεν μας επιτρέπουν να εφησυχάζουμε. Πρέπει να γίνει κατανοητό από όλους πως οι ένοπλες δυνάμεις της Χώρας χρειάζονται μια γενναία και αποτελεσματική μεταρρύθμιση από ικανούς ανθρώπους μέσα από ένα νέο θεσμικό πλαίσιο, που θα εξασφαλίζει την επίτευξη του μέγιστου δυνατού αποτελέσματος, ήτοι την αποτελεσματική υποστήριξη των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων έναντι κάθε απειλής, με την μικρότερη δυνατή θυσία. Στη διαδικασία αυτή είναι σαφές πως είναι διακριτοί οι ρόλοι της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας. Τούτο θα πρέπει να γίνει κατανοητό ιδιαίτερα σε πολιτικούς που προέρχονται από τις ένοπλες δυνάμεις, οι οποίοι θα πρέπει να απαλλαγούν από τον προηγούμενο ρόλο τους.

Αυτή, η τόσο απαραίτητη για την ασφάλεια της Χώρας, μεταρρύθμιση των Ενόπλων Δυνάμεων, πρέπει να γίνει με τη συμμετοχή-συναίνεση όλων των πολιτικών κομμάτων, μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας και μικροπολιτικές σκοπιμότητες και πρέπει να ξεκινήσει άμεσα. Κύριε Πρωθυπουργέ (πρωτίστως) και κύριοι αρχηγοί των κομμάτων της αντιπολίτευσης ιδού η Ρόδος ιδού και το πήδημα…