Το εμπάργκο της Ρωσίας τραυμάτισε την ΕΕ

Στις 7 Αυγούστου 2014 η Ρωσία επέβαλε εμπάργκο στα τρόφιμα χωρών που υιοθέτησαν κυρώσεις κατά της Μόσχας σχετικά με την επανένωση της Κριμαίας με τη Ρωσία και την υποτιθέμενη παρεμβολή στη διαμάχη με την Ουκρανία. Το εμπάργκο τροφίμων απαγορεύει τις εισαγωγές κρέατος, ψαριών και θαλασσινών, φρούτων και δημητριακών από τις χώρες — μέλη της ΕΕ, τις ΗΠΑ και αρκετές άλλες χώρες. Η απαγόρευση πρόσφατα παρατάθηκε έως το τέλος του 2019.

Απώλειες για τη Δύση

Η ΕΕ έχει υποφέρει περισσότερο από την απαγόρευση στα αγροτικά προϊόντα, με τις σχετικές εξαγωγές στη Ρωσία να πέφτουν από τα 11,8 εκατομμύρια ευρώ το 2013 στα 6 εκατομμύρια ευρώ το 2017, σύμφωνα με την Κομισιόν.

Επιπλέον, οι απώλειες από τις αντι — ρωσικές κυρώσεις που επέβαλαν οι δυτικές χώρες κόστισαν στην οικονομία της ΕΕ 3,2 εκατ. ανά μήνα για τα πρώτα τρία χρόνια που τέθηκαν σε ισχύ τα περιοριστικά μέτρα, περισσότερο από 100 δισ. δολάρια, σε σύγκριση με τα 55 δισ. δολάρια που χάθηκαν από τη ρωσική οικονομία, σύμφωνα με τον ειδικό εισηγητή του ΟΗΕ Ίντρις Τζαζέρι.

«Η ΕΕ πιστεύει ότι το ρωσικό απαγορευτικό κατά των αγροτικών προϊόντων της ΕΕ δεν είναι δικαιολογημένο καθώς είναι εκδικητικό για τη φύση. Η απαγόρευση είναι επίσης επιζήμια για τον ρωσικό λαό και την οικονομία», ανέφερε πηγή της Κομισιόν στο Sputnik.

Ο περιορισμός των εξαγωγών έχει τέτοιο αρνητικό αντίκτυπο επειδή η Ρωσία παραμένει η τέταρτη μεγαλύτερη χώρα εισαγωγής για τα ευρωπαϊκά αγροτικά προϊόντα και τρόφιμα μετά τις ΗΠΑ, την Κίνα και την Ελβετία.
«Είναι πολύ δύσκολο να καθοριστεί το ακριβές ύψος των απωλειών που προκλήθηκαν από τα επιβαλλόμενα εμπάργκο και αντίμετρα. Αξιόπιστες πηγές της γερμανικής βιομηχανίας εκτιμούν ότι η Ρωσία και η ΕΕ από κοινού έχουν χάσει περισσότερα από 100 δισ. ευρώ σε όγκο συναλλαγών από το 2014. Θα πρέπει επιπλέον να προστεθούν και οι έμμεσες απώλειες και ζημίες. Πρόσθετα, έχουν υπάρξει σημαντικές χαμένες ευκαιρίες για ανάπτυξη του εμπορίου εις βάρος και των δύο πλευρών» ανέφερε ο Dr. Ρόλαντ Χάρτβιγκ αντιπρόεδρος του κόμματος Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD).

Μερικές ευρωπαϊκές χώρες υπόκεινται σε μεγαλύτερες απώλειες εξαιτίας της μεγαλύτερης αξίας των τροφίμων που εξάγονται στη Ρωσία και έχουν υποστεί κυρώσεις. Μεταξύ των χωρών αυτών είναι η Πολωνία, η Νορβηγία, η Γερμανία, η Γαλλία και η Ιταλία.

«Ο αντίκτυπος των ρωσικών κυρώσεων στην Ιταλία είναι καταστροφικός. Πιστεύω ότι η Ιταλία είναι η ευρωπαϊκή χώρα που έχει επηρεαστεί περισσότερο από τις ρωσικές κυρώσεις. Η Ιταλία έχασε δισεκατομμύρια ευρώ σε όλους τους τομείς που επηρεάστηκαν από τις κυρώσεις της Μόσχας. Φρούτα, τυρί, κρέας… Και άλλα δισεκατομμύρια έχουν χαθεί από τομείς που επηρεάζονται έμμεσα όπως η μόδα, το σχέδιο, τα έπιπλα… Πρόσφατοι υπολογισμοί μας δείχνουν ότι η Ιταλία έχασε περίπου 3 δισ. τον χρόνο και αυτό συμβαίνει από το 2014. Φτάνουμε σε τρελά νούμερα αναφορικά με τις απώλειες» σημείωσε το στέλεχος της Λέγκας Τζιαματέο Φεράρι.

Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Ρωσο — Ιταλικού εμπορικού επιμελητηρίου Ροζάριο Αλεσαντρέλο, ο αγροτικός τομέας της Ιταλίας ήταν αυτός που επηρεάστηκε περισσότερο από τις ρωσικές κυρώσεις, με τη χώρα να καταγράφει απώλειες 11-12 δισ. ευρώ σε εξαγωγές καθώς και 200.000 θέσεις εργασίας στα πρώτα τρία χρόνια των κυρώσεων.

«Οι οικονομικές κυρώσεις που δεν επιτρέπουν στις περιφερειακές, κατασκευαστικές τράπεζες να χρηματοδοτήσουν συμβόλαια για την εισαγωγή, πχ εξοπλισμού, είναι οι βαρύτερες που επηρεάζουν την κατάσταση» δήλωσε ο αντιπρόεδρος της Ένωσης Ιταλών Επιχειρηματιών στην Ρωσία Βιτόριο Τορεμπίνι.
Η Γαλλία, από την πλευρά της, εξέφρασε την ελπίδα ότι μερικές κυρώσεις της Ρωσίας σε γαλλικά προϊόντα διατροφής θα αρθούν στο κοντινό μέλλον, με τον Γάλλο υπουργό Οικονομικών Μπρούνο Λε Μερ να υποστηρίζει την ανάκτηση «ενεργής συνεργασίας με τη Ρωσία στον αγροτικό τομέα».

«Οι κυρώσεις ήταν λάθος απόφαση από τη χώρα μας. Ελήφθη από τον πρώην πρόεδρο Ολάντ αλλά ο πρόεδρο Μακρόν συνεχίζει την πολιτική. Είναι πολύ λάθος για δύο λόγους. Πρώτον, δεν υπάρχει γεωπολιτικός λόγος για κυρώσεις στη Ρωσία σχετικά με την Ουκρανία, δεύτερον και κυριότερο για μας, είναι πολύ λάθος απόφαση για τη βιομηχανία τροφίμων στη Γαλλία» υποστηρίζει ο εκπρόσωπος του κόμματος Debout La France Ντάμιεν Λεμπερέρ. Πρόσθεσε ότι η γαλλική κυβέρνηση πρέπει να άρει τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας «για το συμφέρον της Γαλλίας, του φαγητού και της αγροτικής βιομηχανίας».

Ομοίως, η Ιταλία επιδιώκει διάλογο σε επίπεδο ΕΕ και σε συνεργασία με τη Ρωσία προκειμένου «να αλλάξει τον αέρα που φυσάει κατά της Ρωσίας» και να καταργήσει τις κυρώσεις.

«Ο Ιταλός πρέσβης στη Ρωσία εργάζεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο εδώ και καιρό για να ξεμπλοκάρει την κατάσταση με την EBRD, που εγγυούνταν τις επενδύσεις. Μέχρι στιγμής τα αποτελέσματα είναι αδύναμα, είναι πολύ δύσκολο να αλλάξεις τον αέρα που φυσάει κατά της Ρωσίας» δήλωσε ο πρόεδρος των Ιταλών Επιχειρηματιών στην Ρωσία.

Σύμφωνα με την ένωση, οι εξαγωγές της Ιταλίας στη Ρωσία ήταν κατά μέσω όρο στα 12,5 εκατ. Δολάρια πριν τις κυρώσεις.

Η απαγόρευση βοήθησε τη Ρωσία στον αγροτικό τομέα

Ο ρωσικός αγροτικός τομέας είχε σημαντική βελτίωση εξαιτίας της κυβερνητικής πολιτικής μετά την επιβολή των κυρώσεων το 2014 σχετικά με την κρίση στην Ουκρανία.

Η Ρωσία εστίασε στην αντικατάσταση των εισαγωγών δίνοντας ώθηση στον αγροτικό τομέα.

«Δεν είμαι σίγουρος ότι ήταν κακό για τη Ρωσία καθώς βοήθησε στο να υπάρξει ποικιλία στον αγροτικό τομέα», ανέφερε ο Λεμπερέρ.

Ως αποτέλεσμα, η Ρωσία έκοψε τις εισαγωγές αγροτικών προϊόντων κατά περίπου 50%, ή 20-25 δισ. δολάρια, τα πρώτα τρία χρόνια των κυρώσεων και στόχευσε στην ανεξαρτησία της σε όλα τα προϊόντα, εκτός από εσπεριδοειδή και τις μπανάνες, σύμφωνα με τον αρμόδιο υπουργό Αλεξάντερ Τκάτσεβ.

«Είναι ιστορικά αποδεδειγμένο ότι όποτε η Δύση επιβάλει κυρώσεις στη Ρωσία, η Ρωσία γίνεται πιο δυνατή. Και η Δύση πιο αδύναμη» τόνισε ο Φεράρι της Λέγκας.

Στο μεταξύ, η ρωσική κυβέρνηση εστιάζει επίσης στην αύξηση των εξαγωγών των δικών της προϊόντων.

Πρόσφατα, οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων από τη Ρωσία στοχεύουν να φτάσουν τα 30 δισ. δολάρια το 2025 ή ακόμα και να τα ξεπεράσουν, σύμφωνα με το υπουργείο Αγροτικής πολιτικής.

Μερική ανάκαμψη για της εξαγωγές της ΕΕ

Παρά το εμπάργκο στα τρόφιμα που θα ισχύει έως το τέλος του 2019, μερικές χώρες πέτυχαν την μερική αποκατάσταση του εμπορίου με τη Ρωσία μέσω της εξαγωγής αγαθών, που δεν βρίσκονται στη λίστα με τις κυρώσεις. Για παράδειγμα, οι ευρωπαϊκές εξαγωγής αγροτικών προϊόντων διατροφής στη Ρωσία ανέκαμψαν και αυξήθηκαν κατά 20% το 2017 σε σχέση με το 2016, αγγίζοντας τα 160 δισ. δολάρια. Τα ευρωπαϊκά τρόφιμα και αγροτικά προϊόντα που κυριαρχούν στις εξαγωγές προς τη Ρωσία είναι τα αλκοολούχα ποτά, η σοκολάτα και ζωοτροφές καθώς δεν υπόκεινται σε περιορισμό.

«Υπάρχει αύξηση των εξαγωγών από την Ιταλία, σύμφωνα με επίσημα στατιστικά κατά 26%, αλλά οι στατιστικές πρέπει να αναλυθούν πιο προσεκτικά, καθώς, από την αρχή του 2018, οι τελωνειακές αρχές της Ρωσίας και άλλες υπηρεσίες άρχισαν να επιβάλλουν αυστηρότερες πολιτικές και ελέγχους σε όλες τις δραστηριότητες που δεν ήταν τόσο διαφανείς» επιβεβαιώνει η Ένωση Επιχειρηματιών Ιταλίας. στη Ρωσία.
Επιπλέον μερικοί γεωργοί, συμπεριλαμβανομένων της Φινλανδίας και της Γερμανίας έχουν «αυξανόμενη επιτυχία στην αντικατάσταση της ρωσικής αγοράς με άλλες αγορές» σύμφωνα με το AfD.

Ειδικά για τη Φινλανδία, βρήκε νέες αγορές στην Γαλλία και τη Σαουδική Αραβία που βοήθησαν να ανακτήσει τους προ κυρώσεων όγκους εξαγωγής, σύμφωνα με το πρόγραμμα ανάπτυξης Τρόφιμα από την Φινλανδία.
Η ΕΕ επέβαλε κυρώσεις κατά της Ρωσίας το 2014 επικαλούμενη την υποτιθέμενη συμμετοχή της Μόσχας στην στρατιωτική διένεξη στα νότια της Ουκρανίας και στην επανένωση της Κριμαίας με τη Ρωσία ως αποτέλεσμα δημοψηφίσματος. Η Ρωσία αρνήθηκε ότι έπαιξε ρόλο στην διαμάχη και υποστήριξε ότι το δημοψήφισμα στην Κριμαία διεξήχθη με βάση το διεθνές δίκαιο.

Η Μόσχα ανταπέδωσε στις κυρώσεις επιβάλλοντας εμπάργκο σε τρόφιμα και προϊόντα από τις χώρες που την είχαν στοχοποιήσει με τις απαγορεύσεις. Οι αντιρωσικές κυρώσεις της δύσης έχουν σημαντικά αυξηθεί από τότε προκαλώντας νέο χαμηλό στις σχέσεις Ρωσίας — Δύσης.

Πηγή: Sputnik