«Είναι ζωτικής σημασίας να συνεχίσουμε να στηρίζουμε την Ουκρανία και να εντείνουμε την πίεση προς τη Ρωσία, η οποία εξακολουθεί να αποτελεί τον επιτιθέμενο στη σύγκρουση», δήλωσε η Ύπατη Εκπρόσωπος της ΕΕ, Κάγια Κάλας, μετά την ολοκλήρωση της τηλεδιάσκεψης με τους υπουργούς Εξωτερικών, που είχε ως αποκλειστικό θέμα τις εξελίξεις στο ουκρανικό ζήτημα. «Όλοι χαιρετίζουμε την αμερικανική προσπάθεια για ειρήνη. Θέλουμε να τερματιστεί ο πόλεμος, όμως ο τρόπος με τον οποίο θα γίνει αυτό είναι εξίσου σημαντικός. Πρέπει να θυμόμαστε ότι υπάρχει ο επιτιθέμενος και υπάρχει το θύμα», υπογράμμισε.
Στην τηλεδιάσκεψη συμμετείχε και ο υπουργός Εξωτερικών της Ουκρανίας, ο οποίος ενημέρωσε τους Ευρωπαίους ομολόγους του για την κατάσταση στη χώρα του. Η κ. Κάλας τόνισε την ανάγκη για «άμεση και χωρίς προϋποθέσεις κατάπαυση του πυρός» ως πρώτο βήμα προς την ειρήνη, σημειώνοντας ωστόσο ότι προς το παρόν δεν υπάρχουν στοιχεία πως η Ρωσία είναι διατεθειμένη να προχωρήσει σε τέτοια κίνηση. Αντίθετα, όπως είπε, συνεχίζει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις ενώ εμφανίζεται να διαπραγματεύεται χωρίς πραγματική πρόθεση για ουσιαστικό διάλογο. «Η Ρωσία προσποιείται πως διαπραγματεύεται σε μια κατάσταση όπου αναγκάζεται να το κάνει», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Αναφερόμενη στη σημερινή συζήτηση με τους Ευρωπαίους ΥΠΕΞ, τόνισε: «Επαναβεβαιώσαμε τις κοινές μας αρχές: κυριαρχία, ανεξαρτησία, εδαφική ακεραιότητα και το θεμελιώδες δικαίωμα της Ουκρανίας στην αυτοάμυνα. Τίποτα για την Ουκρανία χωρίς την Ουκρανία. Η απειλή που προέρχεται από τη Ρωσία ξεπερνά τα ουκρανικά σύνορα. Γι’ αυτό η ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας παραμένει κρίσιμη. Οι αποφάσεις που αφορούν την ΕΕ και το ΝΑΤΟ μπορούν να λαμβάνονται μόνο από τα μέλη τους. Στόχος όλων μας είναι να διασφαλίσουμε ότι η Ρωσία δεν θα επιτεθεί ξανά».
Το προσχέδιο ειρήνης και η ρωσική εμπλοκή
Ερωτηθείσα για δημοσίευμα του Bloomberg σχετικά με το αμερικανικό ειρηνευτικό σχέδιο και την πληροφορία περί σημαντικής ρωσικής συμβολής στην προετοιμασία του, η Κάγια Κάλας επισήμανε: «Έχει επιβεβαιωθεί από τα μέσα ότι τα σημεία του σχεδίου ευνοούν τη Ρωσία. Επομένως, αν την ευνοούν, είναι σαφές από πού προέρχονται».
Πρόσθεσε ότι, για μια διαρκή ειρήνη, απαιτούνται δεσμεύσεις από τη ρωσική πλευρά, οι οποίες δεν αντικατοπτρίζονται στο τρέχον προσχέδιο. «Πρέπει να εξετάσουμε τι υποχρεώσεις οφείλει να αναλάβει η Ρωσία, αρχίζοντας από την τήρηση των διεθνών συμφωνιών που έχει ήδη υπογράψει – περίπου 20– στις οποίες δεσμεύτηκε να μην επιτεθεί σε καμία χώρα».
«Αναγκαίος ο περιορισμός του ρωσικού στρατού»
Σε σχέση με πιθανές ρωσικές υποχρεώσεις, ανέφερε ότι «για να αποτραπεί η συνέχιση της σύγκρουσης, πρέπει να περιοριστεί ο στρατός και ο στρατιωτικός προϋπολογισμός της Ρωσίας. Αν δαπανά σχεδόν το 40% του προϋπολογισμού της για άμυνα, θα επιδιώξει να τον χρησιμοποιήσει ξανά – και αυτό αποτελεί απειλή για όλους. Το επίκεντρο της συζήτησης πρέπει να είναι οι παραχωρήσεις της Ρωσίας, όχι της Ουκρανίας».
Όσον αφορά τη διαφορά μεταξύ ευρωπαϊκής και αμερικανικής προσέγγισης για την ειρήνη, σημείωσε ότι «για να μην επαναληφθεί η σύγκρουση, απαιτείται μια δίκαιη και διαρκής ειρήνη. Θα επιμείνω σε αυτό, γιατί αφορά τη συνολική ασφάλεια της Ευρώπης».
Οι κυρώσεις και η κατάσταση στη Ρωσία
Η κ. Κάλας επεσήμανε τον ισχυρό αντίκτυπο των κυρώσεων στην οικονομία της Ρωσίας, τονίζοντας ότι «οι αμερικανικές και ευρωπαϊκές κυρώσεις έχουν επιφέρει σημαντικές επιπτώσεις».
Σχολιάζοντας την κατάσταση στο πεδίο των μαχών, ανέφερε ότι η άποψη πως η Ουκρανία χάνει είναι «απολύτως λανθασμένη», επισημαίνοντας πως, εάν η Ρωσία μπορούσε να επιτύχει στρατιωτική νίκη, θα το είχε ήδη πράξει. Υπογράμμισε επίσης ότι η Ρωσία ούτε καταγράφει τις επιτυχίες που ισχυρίζεται, ούτε βρίσκεται σε καλή οικονομική και στρατιωτική κατάσταση.
Χρηματοδότηση και αποζημιώσεις
Τέλος, η κ. Κάλας ανέφερε ότι η ΕΕ συνεχίζει τη στρατιωτική και οικονομική υποστήριξη προς την Ουκρανία και μέσω της «Συμμαχίας των Προθύμων» θα καθοριστούν τα επόμενα βήματα. «Η ΕΕ θα συμβάλει ουσιαστικά στις εγγυήσεις ασφαλείας με χρηματοδότηση, εκπαίδευση και υποστήριξη της αμυντικής βιομηχανίας».
Όσον αφορά τη μελλοντική χρηματοδότηση, σημείωσε ότι «το δάνειο για αποζημιώσεις αποτελεί την καλύτερη επιλογή», προσθέτοντας ότι σύμφωνα με τη σημερινή δήλωση της προέδρου της Κομισιόν, η εργασία πάνω σε αυτό το σχέδιο θα συνεχιστεί και θα παρουσιαστούν συγκεκριμένες προτάσεις.
