Αερολιμένας Λευκωσίας: 40 χρόνια μοναξιάς!

Ένα ρεπορτάζ για τον διεθνή αερολιμένα της Λευκωσίας, που παραμένει κλειστός εδώ και 40 χρόνια, υπό τον έλεγχο του ΟΗΕ, παρουσίασε η Milliyet (14/12)στην πρώτη σελίδα και με τον τίτλο «Μοναξιά 40 ετών»,

Στο δημοσίευμα γίνεται αναφορά στις καταστροφές που έχουν επέλθει με την πάροδο των ετών και τονίζεται ότι τον αερολιμένα της Λευκωσίας, στην πράσινη γραμμή, επισκέφθηκε η Milliyet, εξασφαλίζοντας ειδική άδεια από τα Η.Ε. Αναφέρεται ότι την εποχή εκείνη ο αερολιμένας αυτός ήταν το πιο εξελιγμένο από τεχνολογικής πλευράς κτίριο. Ακόμα αναφέρεται ότι αν και είχε κατασκευαστεί το 1939, η πλήρης χρησιμοποίηση άρχισε από το 1968 και τα εγκαίνια είχαν γίνει από τον τότε Αρχιεπίσκοπο Μακάριο. Στο εν λόγω αεροδρόμιο, σημειώνεται ότι , προσγειώνονταν και απογειώνονταν ετησίως 80.000 αεροσκάφη. Ακόμα γράφει πως και τα φαγητά στο αεροδρόμιο αυτό έρχονταν από το πιο πολυτελές ξενοδοχείο της Κύπρου, το Ledra Palace. Τώρα όμως σήμερα δεν είναι εφικτό να δει κανείς τίποτα περισσότερο παρά μόνο »τα σημάδια του πολέμου». 

Το πως όμως έγιναν αυτά »τα σημάδια του πολέμου» και τι σημασία έχουν στις μετέπειτα εξελίξεις,απαντήσεις δεν δίνονται.
Οι απαντήσεις ή μάλλον πολλές από τις απαντήσεις – και ιδιαίτερα από την ηρωική δράση της Α’ Μοίρας Καταδρομών στο Διεθνές Αεροδρόμιο Λευκωσίας – υπάρχουν στο βιβλίο των δημοσιογράφων Γιάννη Φασουλά και Γιάννη Σκάλκου  με τον τίτλο «ΝΙΚΗ στη Νεκρή Ζώνη – Η Αντίσταση της Α’ ΜΚ στον Αττίλα και την Προδοσία» – κυκλοφόρησε το 2011 και τώρα ετοιμάζεται η επανέκδοση του.  Από την παρουσίαση παραθέτουμε - για επιστημονικούς, ιστορικούς λόγους – την ομιλία του -τότε -Α΄  Συμβούλου της Κυπριακής Πρεσβείας κ. Νίκου Χριστοδουλίδη  και σήμερα κυβερνητικού εκπροσώπου της κυπριακής κυβέρνησης για το βιβλίο και την ομιλία του δημοσιογράφου Λουκά Δημάκα, για την γεωστρατηγική και διπλωματική αποτίμηση της μάχης που δόθηκε για να μην πέσει ο αεροδρόμιο στον Αττίλα. 

Η ομιλία του κ Ν.Χριστοδουλίδη:

«Η έρευνα έρχεται να καλύψει ένα κενό στην υπάρχουσα βιβλιογραφία…»

«Το να σου ζητείται να παρουσιάσεις ένα βιβλίο αποτελεί μεγάλη ευθύνη. Για μένα ιδιαίτερα που γνωρίζω καλά πόση δουλειά χρειάζεται για ένα καλό αποτέλεσμα  στα χέρια του αναγνώστη, η αποψινή ευθύνη είναι πολύ μεγάλη. Την ίδια στιγμή, το να σου προσφέρεται η ευκαιρία να παρουσιάσεις σε ένα τόσο εκλεκτό ακροατήριο όπως το αποψινό τη δουλειά δύο καταξιωμένων δημοσιογράφων είναι μεγάλη τιμή. Για αυτό επιτρέψτε μου πρώτα από όλα να ευχαριστήσω τους Γιάννη Φασουλά και Γιάννη Σκάλκου που μου εμπιστεύθηκαν την παρουσίαση της μελέτης τους που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αγαθός Λόγος με τον τίτλο «ΝΙΚΗ στη Νεκρή Ζώνη – Η Αντίσταση της Α’ ΜΚ στον Αττίλα και την Προδοσία». Την ίδια στιγμή επιτρέψτε μου να ευχαριστήσω τη Σύμβουλο Τύπου της Κυπριακής Πρεσβείας στην Αθήνα, τη συνεργάτιδα κα. Χρίστα Νικολάου που μου γνώρισε τους συγγραφείς της μελέτης, και εισηγήθηκε να γίνει από μένα η σημερινή παρουσίαση.

Η ευθύνη παρουσίασης ενός βιβλίου, είναι ακόμη μεγαλύτερη όταν το βιβλίο ασχολείται με τα τραγικά γεγονότα στην Κύπρο το Καλοκαίρι του 1974. Πρόκειται για ένα θέμα για το οποίο, παρά την πληθώρα των βιβλίων που έχουν γραφτεί, ακόμη χρήζουν  μελέτης και διερεύνησης  πολλές πτυχές του, αφού παραμένουν μέχρι σήμερα αρκετά αναπάντητα ερωτήματα. Ειδικότερα η πτυχή με την οποία το βιβλίο καταπιάνεται, δηλαδή το κομμάτι της ελληνικής προσφοράς στον αγώνα του κυπριακού ελληνισμού το τραγικό καλοκαίρι του 1974, δεν έχει μέχρι σήμερα αποτελέσει αντικείμενο συστηματικής και εκ βάθους μελέτης από ακαδημαϊκούς και ερευνητές. Ως εκ τούτου το βιβλίο που παρουσιάζουμε απόψε έρχεται να συμπληρώσει ένα κενό στην υπάρχουσα βιβλιογραφία, (κυπριακή, ελλαδική και διεθνή), που αφορά μέρος της ελληνικής προσφοράς στον αγώνα των Ελλήνων της Κύπρου για να αντιμετωπιστεί η τουρκική θηριωδία στο νησί το μαύρο καλοκαίρι του 1974. Μέσα από το βιβλίο λοιπόν παρουσιάζεται μια ηρωική πτυχή της προσφοράς των αδελφών Ελλήνων για να αντιμετωπιστεί η τουρκική εισβολή του 1974, παρόλο που με την παράθεση των γεγονότων αφήνεται να αιωρείται το πέπλο της προδοσίας και ότι κάποιοι δεν ήθελαν να πετύχει η εν λόγω αποστολή.

1. Μέχρι και σήμερα, σχεδόν 37 χρόνια μετά, οι ενέργειες της χούντας των Αθηνών στην Κύπρο το 1974, με αποκορύφωμα το προδοτικό πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου, άφησαν μια πικρή γεύση και ένα παράπονο στον Κυπριακό Ελληνισμό για το πώς ήταν δυνατόν Έλληνες να προβούν σε τέτοιες ενέργειες που οι συνέπειες τους, δυστυχώς, θα βαραίνουν στο εξής την Κύπρο. Κανείς φυσικά δεν αμφισβητεί ότι οι ενέργειες της χούντας των Αθηνών δεν αντικατόπτριζαν τα αισθήματα του ελληνικού λαού και του δημοκρατικού πολιτικού κόσμου της Ελλάδος, για την Κύπρο, παρόλα αυτά είναι σκληρό και άδικο το κακό να ξεκινάει, εις βάρος σου, από τις ενέργειες του αδελφού σου.Η σπουδαιότητα και συμβολή της μελέτης που παρουσιάζουμε απόψε θεωρώ ότι είναι πολυεπίπεδη. Για λόγους οικονομίας του χρόνου επέλεξα να αναφερθώ σε 7 βασικά μηνύματα που εγώ ως αναγνώστης εισέπραξα από το βιβλίο και τα μοιράζομαι μαζί σας απόψε: Το βιβλίο των Φασουλά και Σκάλκου, μέσα από το οποίο περιγράφεται μια σημαντική πτυχή, αυτή της προσφοράς της δημοκρατικής Ελλάδας και των απλών Ελλήνων στον αγώνα των Ελληνοκυπρίων το 1974, έρχεται να απαλύνει το πόνο και την πικρία των  Ελληνοκυπρίων για τις ευθύνες της Αθήνας στα γεγονότα του 1974. Προσφέρεται δηλαδή στους Κυπρίους, μέσω του βιβλίου, η ευκαιρία να δουν ότι ακόμα και την περίοδο της δικτατορίας στην Ελλάδα, οι Καταδρομείς της Α’ ΜΚ, με κίνδυνο την ίδια την ζωή τους, πήγαν στην Κύπρο για να πολεμήσουν και να ενισχύσουν τον Κυπριακό Ελληνισμό. Για μένα αυτό είναι το πρώτο και πιο σημαντικό μήνυμα του βιβλίου που παρουσιάζουμε απόψε: το Καλοκαίρι του 1974 δεν πρέπει να φέρνει στο μυαλό μας μόνο τις προδοτικές ενέργειες της Χούντας στην Κύπρο. Το Καλοκαίρι του 1974 υπήρχε και γενναία συμπαράσταση από τους Έλληνες για αντιμετώπιση της τουρκικής θηριωδίας. ΚΑΙ το βιβλίο που παρουσιάζουμε απόψε ακριβώς προβάλλει μια πτυχή αυτής της Ελληνικής προσφοράς. Τι θα γινόταν αν εξέλειπε ο παράγοντας του στημένου παιγνιδιού;

2. Ένα δεύτερο μήνυμα το οποίο προκύπτει ξεκάθαρα από το περιεχόμενο του βιβλίου σχετίζεται με το ότι με την αποστολή τους στην Κύπρο, οι Ελλαδίτες καταδρομείς και αεροπόροι συνέβαλαν στην αποτροπή χειρότερων τετελεσμένων από τις τουρκικές ενέργειες στο νησί, και ειδικά σε ότι αφορά το αεροδρόμιο Λευκωσίας. Αυτοί που γνωρίζουν την τοποθεσία του αεροδρομίου Λευκωσίας μπορούν να αντιληφθούν πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα σήμερα στην Κύπρο, αν η περιοχή του αεροδρομίου ήταν υπό τουρκική κατοχή. Αναφέρει χαρακτηριστικά για το θέμα ο έφεδρος ανθυπολοχαγός Δημήτριος Τσαγκαράκης: «στην Κύπρο δεν είχαμε μόνο ήττες, αλλά και νίκες με βασικότερη αυτή στο αεροδρόμιο, όπου καταφέραμε να μην πέσει στα χέρια των Τούρκων…». Για το ίδιο θέμα αναφέρει ο λοχαγός Ιωάννης Κιουτσούκης: «αν η Α’ ΜΚ καθυστερούσε να μεταβεί στο αεροδρόμιο, το διεθνές αεροδρόμιο της Λευκωσίας θα ήταν σήμερα υπό τουρκική κατοχή». Για το ίδιο θέμα του αεροδρομίου Λευκωσίας, και σχολιάζοντας τις προτροπές κάποιων να αποχωρήσουν από το αεροδρόμιο, αναφέρει ο Μπάμπης  Αποστολάκης: «Το βασανιστικό και  αμείλικτο ερώτημα που βασάνιζε το μυαλό μας ήταν τον εξής. Εάν η Α’ ΜΚ δεν είχε προλάβει για διάφορους λόγους να φθάσει έγκαιρα στο αεροδρόμιο Λευκωσίας και οι Τούρκοι που βρίσκονταν ήδη 600 μέτρα  έξω από αυτό είχαν προλάβει να το καταλάβουν εξουδετερώνοντας τη μικρή δύναμη που το υποστήριζε, θα έπαιρναν από κάποιους εντολή να το εγκαταλείψουν; Όχι φυσικά».

Πέραν από τη μάχη στο αεροδρόμιο Λευκωσίας, καθοριστική ήταν και η συμβολή των καταδρομών της αποστολής στη μάχη που έγινε στην Λευκωσία, στο ύψωμα Κολοκασίδη, που ήταν  καθοριστική στο να μην πέσει σημαντικό μέρος της πρωτεύουσας στα χέρια των Τούρκων. Αναφέροντας τα δύο αυτά περιστατικά, πραγματικά διερωτώμαι: Από τη στιγμή που 300 καταδρομείς πέτυχαν τόσα πολλά, τι θα μπορούσε να γίνει εάν στο Καλοκαίρι του 1974 εξέλειπε ο παράγοντας του στημένου παιχνιδιού; Για το θέμα αναφέρουν πολύ εύστοχα οι συγγραφείς: «Παρά τις μεγάλες απώλειες από φίλια πυρά, τα τεράστια  λάθη,  τις σοβαρές παραλείψεις, την προχειρότητα και την απίστευτη ασυνεννοησία μεταξύ Αθηνών και Λευκωσίας, η επιχείρηση ΝΙΚΗ στραπατσάρισε μέρος των στρατηγικών σχεδίων τόσο του Αττίλα 1 όσο και του Αττίλα 2. Οι Καταδρομείς κράτησαν τις δικές τους Θερμοπύλες στη Κύπρο, με τη συμβολή των ηρωικών πιλότων, που πέταξαν με τα Noratlas από  τη Σούδα για τη Λευκωσία, παρέα με το χάρο….».

3. Μια άλλη ιδιαιτέρως σημαντική, ιστορική πτυχή της μελέτης που παρουσιάζουμε απόψε, είναι η γενικότερη άποψη των πρωταγωνιστών, όπως προκύπτει από τις συνεντεύξεις τους στους συγγραφείς του βιβλίου, ότι η Κυπριακή Εθνοφρουρά θα μπορούσε να αντιμετωπίσει με επιτυχία την τουρκική εισβολή στο νησί, αν δεν επικρατούσαν τη συγκεκριμένη περίοδο συνθήκες προδοσίας. Όπως αναφέρει ο ταγματάρχης Γιώργος Παπαμελετίου, τότε διοικητής της Α’ Μοίρας Καταδρομών, η «Εθνοφρουρά είχε δύναμη και θα μπορούσε να πάθει τέτοιο χουνέρι ο τουρκικός στρατός, που θα έμενε για χρόνια στην ιστορία τους…». Σε μια άλλη περίπτωση, ο τότε υπολοχαγός και μετέπειτα αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού Νίκος Ντούβας αναφέρει για το ίδιο θέμα: «Πιστεύω, ακόμα και σήμερα, ότι παρά τα λάθη που είχαν γίνει, αν εκείνο το πρωί βρισκόταν κάποιος που να μπορούσε να συντονίσει τα πράγματα, η Κύπρος θα γινόταν ο τάφος των Τούρκων και δεν θα μπορούσαν για πενήντα χρόνια να ξανασηκώσουν κεφάλι». Σε συνδυασμό με την άποψη αυτή, που έχει ξαναδιατυπωθεί, σκεφτείτε πώς θα εξελίσσονταν τα πράγματα στην Κύπρο εάν, όπως προκύπτει και από το βιβλίο, αποστελλόταν στην Κύπρο, ως είχε προγραμματισθεί και ακυρωθεί δύο φορές, η Β’ Μοίρα Καταδρομών με έδρα τη Θεσσαλονίκη τις πρώτες κρίσιμες ώρες της εισβολής. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει για το θέμα ο αντιστράτηγος ε.α. Βασίλης Μανουράς: «αν πήγαιναν στην Κύπρο όπως είχε σχεδιαστεί και κατέβαιναν στον Αϊ Γιώργη όπου οι Τούρκοι είχαν στήσει το προγεφύρωμα η εξέλιξη της εισβολής θα ήταν διαφορετική. Η καθυστέρηση της μιας μέρας ήταν καθοριστική…».

4. Ένα τέταρτο σημαντικό μήνυμα στο οποίο μπορεί να καταλήξει ο αναγνώστης του βιβλίου, είναι το γεγονός ότι μέσα από τις μαρτυρίες των συμμετεχόντων διαφαίνεται μια συνέχεια των ιστορικών αγώνων των Ελλήνων διαχρονικά μέσω της αποστολής ΝΙΚΗ. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Βασίλης Μανουράς «Οι νέοι εκείνης της εποχής αποδείχθηκε ότι ήταν οι ίδιοι του 1912, του 1940». Σε μια άλλη περίπτωση, σχολιάζοντας τις αντιδράσεις του κόσμου όταν τα λεωφορεία με τους καταδρομείς διέσχιζαν τα Χανιά, από το στρατόπεδο στο Μάλεμε για το αεροδρόμιο της Σούδας οι συγγραφείς εύστοχα σημειώνουν ότι «Η κεντρική αγορά της Πόλης ζούσε σκηνές από ένα άλλο ‘40». Μέσα στο ίδιο πλαίσιο, ο λοχαγός Ιωάννης Κιουτσούκης αναφερόμενος στη μάχη που δόθηκε στο αεροδρόμιο, σημειώνει: οι καταδρομείς αποδείχτηκαν «άξια τέκνα των μαχητών του ‘40».

Λαμβανομένου υπόψη της διαπίστωσης περί της συνέχειας των αγώνων των Ελλήνων, ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο τρόπος αντίδρασης αυτών που έπρεπε να παραμείνουν στη Μοίρα στην Κρήτη και οι οποίοι τελικά δεν μετέβησαν ποτέ στην Κύπρο. Πολύ χαρακτηριστική και συγκινητική είναι η περιγραφή που αφορά στο καταδρομέα Ανδρέα Πατέλη. Σημειώνεται στο βιβλίο: «Η επιλογή μας ήταν να μείνουν πίσω όσοι είχαν λίγες μέρες για να απολυθούν, μεταξύ αυτών ήταν και ένας στρατιώτης ο Ανδρέας Πατέλης, ο οποίος ζήτησε να μην τον αφήσουμε στο στρατόπεδο, αλλά να μας ακολουθήσει στην Κύπρο». «Αυτό δεν μπορεί να γίνει», του απάντησε κοφτά ο τότε υπολοχαγός Βασίλης Φθενός και του ζήτησε να κατεβεί από το λεωφορείο. Ο καταδρομέας αντέδρασε. Δεν μπορούσε να φανταστεί ότι θα απουσίαζε από μια τέτοια αποστολή, ήθελε να πάει στην Κύπρο να πολεμήσει. Αγνοώντας τις διαταγές του Φθενού, κρεμάστηκε, χωρίς αρχικά να το πάρουν χαμπάρι, από τη μικρή σκάλα που υπήρχε στην πίσω πλευρά του λεωφορείου και μόνο όταν έφτασαν μέσα στο χωριό του Μάλεμε έγινε αντιληπτός. Ο Κρητικός υπολοχαγός, από τις Γωνιές Ηρακλείου, ζήτησε από τον οδηγό να σταματήσει. Κατέβηκε από το λεωφορείο και απευθυνόμενος στον απογοητευμένο, αλλά ψυχωμένο και αποφασισμένο Πατέλη, του ζητάει να μείνει στο Μάλεμε, γιατί αυτές είναι οι διαταγές. ‘Το δέχτηκε, αλλά με βαριά καρδιά. Τέτοια ήταν η σύμπνοια και ο πατριωτισμός στη μονάδα».

Απίστευτες περιγραφές

Στο ίδιο μοτίβο είναι και η περίπτωση που αφορά στο ΝΙΚΗ15 ο κυβερνήτης του οποίου Ευάγγελος Πετρουλάκης αποφάσισε να πετάξει για την Κύπρο μετά από δική του πρωτοβουλία και έντονη πίεση που άσκησε στους ανωτέρους του οι οποίοι είχαν διατάξει να μην απογειωθεί κανένα αεροσκάφος μετά τις 12 το βράδυ.

5. Μια άλλη πτυχή της μελέτης που παρουσιάζουμε απόψε, και πάλι ιδιαιτέρως σημαντική, είναι η επιστημονική της σπουδαιότητα λόγω της τεκμηρίωσης των γεγονότων αφού οι συνεντεύξεις που λήφθηκαν, πέραν του ότι αποκαλύπτουν νέες διαστάσεις των γεγονότων της εποχής, συνιστούν πρωτογενή πηγή που στο εξής θα λαμβάνεται σοβαρά υπόψη σε οποιοδήποτε προσπάθεια για καταγραφή γεγονότων που αφορούν το 1974. Όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά και οι συγγραφείς, μέσα από τις «αποκαλυπτικές μαρτυρίες που βγαίνουν για πρώτη φορά στο φως της δημοσιότητας» ξεσκεπάζονται η σεναριολογία των τελευταίων δεκαετιών που είχε συσκοτίσει την πικρή αλήθεια. Σε συνδυασμό με αυτό, να αναφέρω επίσης ότι το γεγονός ότι πολλοί από τους συμμετέχοντες στην αποστολή αποδέχθηκαν για πρώτη φορά να μιλήσουν στους Γιάννη Φασουλά και Γιάννη Σκάλκου αποδεικνύει την σοβαρότητα και ευαισθησία που οι συγγραφείς επέδειξαν για το θέμα. Δεν είναι καθόλου εύκολο να σε εμπιστευθούν και να σου μιλήσουν οι πρωταγωνιστές των γεγονότων για ένα τέτοιο θέμα, που μέχρι σήμερα πονάει και προκαλεί εφιάλτες,  Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Μίλτος Γεωργιάδης, τότε πολιτικός προϊστάμενος του Πύργου Ελέγχου του αεροδρομίου Λευκωσίας, «Είναι σκηνές που δεν θα ξεχάσω, ποτέ στη ζωή μου, ακόμα και στα όνειρα μου ζω εκείνες τις εφιαλτικές στιγμές».

Σχετική με την επιστημονικότατα του βιβλίου και τη χρησιμότητα του σε κάθε μελλοντική μελέτη για το κυπριακό είναι και η αναφορά των συγγραφέων στο στόχο τους, μέσα από την εν λόγω μελέτη. Όπως αναφέρουν «Στόχος ήταν να μελετήσουμε το μέγιστο, δυνατόν, αριθμό συνεντεύξεων ώστε να αποτυπώσουμε με μεγαλύτερη ευκρίνεια ενέργειες, δράσεις, αποφάσεις και καταστάσεις του θέρους του 1974 ενώ ταυτόχρονα να αποκλείσουμε ή ακόμη να καταρρίψουμε μύθους και υπερβολές που κατά καιρούς έχουν διατυπωθεί». Την ίδια στιγμή, και αυτό αποτελεί ένδειξη της επιστημονικής σεμνότητας των συγγραφέων, σημειώνουν «Δεν αποκλείουμε, ωστόσο, το γεγονός να υπάρχουν πτυχές της ιστορικής αποστολής που είτε δεν έχουν φωτιστεί αρκετά είτε δεν μπήκαν στο επίκεντρο της εξέτασης. Για το λόγο αυτό πιστεύουμε ότι η έρευνα για την αποστολή της Α’ Μοίρας Καταδρομών στην Κύπρο δεν ολοκληρώθηκε με το βιβλίο που κρατάτε στα χέρια σας».

Με αφορμή τη διαπίστωση αυτή και πάντοτε σε σχέση με την επιστημονικότητα της μελέτης χρήζουν αναφοράς και ορισμένες εκτιμήσεις και απόψεις πρωταγωνιστών στην Αποστολή που έρχονται σε αντίθεση με μέχρι σήμερα αντιλήψεις μας για το θέμα και χωρίς αμφιβολία θα προβληματίσουν τους αυριανούς ιστορικούς. Για παράδειγμα ο αντισμήναρχος Φίλιππος Κόλλιας,  μιλώντας στους συγγραφείς εκφράζει την άποψη, διαφορετική από αυτήν που  επικρατούσε  μέχρι σήμερα, ότι «Το αεροπλάνο που καταρρίφθηκε [το ΝΙΚΗ4] είναι πολύ πιθανό να το έριξαν οι Εγγλέζοι». Την ίδια στιγμή όμως στο βιβλίο υπάρχει και η μαρτυρία του Ελληνοκύπριου Κυριάκου Λάρκου που υποστηρίζει ότι τα NORATLAS κτυπήθηκαν από φίλια πυρά και σημειώνει «ότι εκείνες τις ώρες δεν υπήρχε καμία συνεννόηση και με κανέναν, προδοσία υπήρξε και την έζησα». Στο ίδιο μήκος κύματος και η μαρτυρία του Γιώργου Καλογήρου ότι αυτός κατέρριψε το ΝΙΚΗ4 εφόσον του δόθηκαν πληροφορίες ότι τα αεροσκάφη ήταν τουρκικά. Την ίδια ώρα υπάρχουν μαρτυρίες μερικών όπως του Χρήστου Κότσαλη που σημειώνει ότι γνώριζε ότι θα έφθαναν εκείνο το βράδυ ελληνικά αεροσκάφη στο αεροδρόμιο Λευκωσίας, ενώ κάποιοι άλλοι ισχυρίζονται ότι δεν είχαν ενημερωθεί σχετικά. Όλες αυτές οι μαρτυρίες θα αξιοποιηθούν δεόντως από τους ιστορικούς του μέλλοντος με την ελπίδα ότι θα προκύψει η ιστορική αλήθεια.

Πολεμική ταινία…

6. Μια έκτη παρατήρηση είναι το γεγονός ότι, ο τρόπος περιγραφής στο βιβλίο δημιουργεί στον αναγνώστη την εντύπωση ότι παρακολουθεί πολεμική τηλεοπτική ταινία. Οι περιγραφές των πρωταγωνιστών είναι απίστευτες και ζωντανεύουν στον αναγνώστη εικόνες από το μαύρο Ιούλη του 1974. Αναφέρει χαρακτηριστικά ένας από τους πρωταγωνιστές της Αποστολής: «Την ώρα που πλησιάζαμε [στο αεροδρόμιο  Λευκωσίας], ακούγονταν θόρυβοι και βλέπαμε τα τροχιοδεικτικά, να κάνουν τη νύχτα μέρα, λες και ρίχνανε βεγγαλικά. Ήταν πολύ έντονα». Παρόμοιες εντυπώσεις δημιουργεί και η περιγραφή του Κωνσταντίνου Γεωργακόπουλου για τις μάχες στο αεροδρόμιο Λευκωσίας: «Ανεβήκαμε στην ταράτσα του κτιρίου και λάβαμε θέσεις μάχης. Απέναντι μου έβλεπα τους Τούρκους να έρχονται. Στα πρώτα δικά μας πυρά οι Τούρκοι ανταπέδωσαν. Πέρασαν πολλές σφαίρες από πάνω μας, ακόμα και σήμερα ακούω το βουητό τους».

7. Ως έβδομη και τελευταία παρατήρηση θα αναφέρω το γεγονός ότι μελετώντας προσεκτικά το βιβλίο «ΝΙΚΗ στη Νεκρή Ζώνη», προσωπικά μου δημιουργείτε η εντύπωση ότι αν οι καταδρομείς της Α’ ΜΚ αξιοποιούνταν πιο νωρίς πολλά γεγονότα στο νησί, ίσως να ήταν διαφορετικά. Η εντύπωση που μου δημιουργήθηκε δηλαδή διαβάζοντας το βιβλίο είναι ότι κάποιοι δεν ήθελαν να πετύχει η αποστολή ΝΙΚΗ. Διαβάζοντας το βιβλίο είσαι αντιμέτωπος με τη βούληση των καταδρομών να τους ανατεθούν καθήκοντα για να πολεμήσουν, χωρίς όμως να υπάρχει η αναγκαία ανταπόκριση από τους υπευθύνους.

Κλείνοντας επιτρέψτε μου, με την ιδιότητα του Συμβούλου της Κυπριακής Πρεσβείας στην Αθήνα αλλά και με αυτήν του απλού Κύπριου πολίτη, να ευχαριστήσω από τη μια όλους τους συμμετέχοντες στην αποστολή ΝΙΚΗ που αψηφώντας κάθε κίνδυνο και ρισκάροντας την ίδια  την ζωή τους πήγαν στο νησί για να βοηθήσουν τους αδελφούς Έλληνες της Κύπρου. Την ίδια στιγμή, να ευχαριστήσω θερμά τους συγγραφείς για την πρωτοβουλία τους που είχε ως αποτέλεσμα τη δημοσίευση του βιβλίου που παρουσιάζουμε απόψε, το οποίο προσφέρει νέα δεδομένα και συμπληρώνει τη σχετική ιστορική βιβλιογραφία. Να συγχαρώ επίσης το Σπίτι της Κύπρου και τις εκδόσεις Αγαθός Λόγος για την πρωτοβουλία τους να διοργανώσουν την αποψινή παρουσίαση, καθώς επίσης και τη CYTA που πάντοτε στηρίζει τέτοιες πρωτοβουλίες.

Με την ευκαιρία που μου δίνεται απόψε, επιτρέψτε μου τέλος να αναφερθώ στην προσπάθεια της Κυπριακής Δημοκρατίας από το 2000 για ταυτοποίηση λειψάνων των πεσόντων στην Κύπρο προκειμένου να σταματήσει το μαρτύριο των οικογενειών τους και να ταφούν όπως αρμόζει σε ήρωες, γιατί για ήρωες πρόκειται. Αυτή η προσπάθεια αφορά και καταδρομείς της αποστολής ΝΙΚΗ. Δυστυχώς μέχρι σήμερα δεν έχουν εντοπιστεί όλα τα λείψανα που ανήκουν στους ηρωικούς πεσόντες καταδρομείς του αεροσκάφους ΝΙΚΗ4. Οι προσπάθειες συνεχίζονται και με την ευκαιρία να επαναλάβω την έκκληση, όπως περιγράφεται και στο βιβλίο που παρουσιάζουμε απόψε από τον προϊστάμενο της υπηρεσίας αγνοουμένων στην Κύπρο, όπως αυτοί που γνωρίζουν να βοηθήσουν την προσπάθεια για εντοπισμό των νεκρών.

Αγαπητοί Γιάννηδες ας είναι το βιβλίο σας καλοτάξιδο όπως καλότυχη να είναι και η Κύπρος μας γιατί ο πόνος και η πικρία των γεγονότων του 1974 θα εξαλειφθούν μόνο όταν επέλθει δικαίωση, και αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσω της λύσης του κυπριακού και της πραγματικής επανένωσης του τόπου μας». 

Ακολουθεί η παρέμβαση στη εκδήλωση του δημοσιογράφου Λουκά Δημάκα.

Ο δημοσιογράφος εξηγεί, με Όρους γεωστρατηγικούς και διπλωματικούς, την σημασία της μη κατάληψης του  αεροδρομίου από τους Τούρκους, χάρη  στην  Α’ Μοίρα Καταδρομών:

»Αποδέχτηκα την τιμητική πρόσκληση να μιλήσω για το βιβλίο των αξιών συναδέλφων για δυο λογούς: Ο ένας είναι ότι παρόλο που είμαι σχεδόν 30 χρόνια πολιτικός και στρατιωτικός συντάκτης δεν είχε τύχει να μάθω – με λεπτομέρειες και από πρώτο χέρι – για το ”δεύτερο” μέρος της αποστολής ”ΝΙΚΗ” – ήξερα καλά μόνο την ”αεροπορική ” πτυχή της
. Ο άλλος λόγος είναι ότι ως υποψήφιος διδάκτωρ σε θέματα γεωστρατηγικης, όταν διάβασα για την μάχη και συνολικά για την υπόθεση του αεροδρόμιου Λευκωσίας, ”είδα” τη μεγάλη σημασία της ακόμα και σήμερα με Όρους γεωστρατηγικους και διπλωματικούς. Και εκεί θα σταθώ στην σύντομη παρέμβαση μου.

Κύριες και Κύριοι,

Η ελληνική στρατιωτική ιστορία είναι γεμάτη ηρωικές σελίδες. Μια ακόμη ηρωική σελίδα από μονή της θα μπορούσε να είναι και η δράση της Πρώτης Μοίρας Καταδρομών στην Κύπρο το 1974.

Μια ακόμη ιστορία ηρωικής πολεμικής δράσης μέσα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο που είχε πολλά αρνητικά: Τυχοδιωκτικές ενέργειες, χονδροειδή λάθη, τραγικές παραλείψεις, εγκληματικές αβλεψίες, προδοτική εθελοτυφλία, έλλειψη ηθικού σθένους και δείγματα προδοσίας από πλευράς κάποιων εκ των ηγετών της εποχής, που οδήγησαν στη μεγαλύτερη καταστροφή του σύγχρονου ελληνισμού.
Όμως, η τελευταία σελίδα της εποποιίας της Α’ Μοίρας Καταδρομών στη Μεγαλόνησο – που αποτυπώνεται στο βιβλίο των συναδέλφων Γιάννη Σκάλκου και Γιάννη Φασουλά, – έχει και κάποια άλλα στοιχεία τα οποία την τοποθετούν πέραν αυτού που αποκαλούμε ηρωική δράση.
Ναι, οι Έλληνες καταδρομείς στην Κύπρο πολέμησαν σκληρά και αποτελεσματικά. Όμως, δεν πολέμησαν απλώς ηρωικά. Έκαναν και κάτι περισσότερο.

Όταν είδαν ότι ανόητες διαταγές και προτροπές προερχόμενες από ανθρώπους που βρισκόντουσαν μακριά από τον χώρο των επιχειρήσεων, οδηγούσαν σε καταστρεπτικά αποτελέσματα, απλά τις αγνόησαν. Τις αγνόησαν και πήραν την κατάσταση στα χέρια τους προσφέροντας στην Κυπριακή Δημοκρατία μια τελευταία, πικρή, αλλά πολύτιμη διπλωματική νίκη με αντίκρισμα στο μέλλον και -τολμώ να πω – γεωστρατηγικη αναφορά.
Μια νίκη οι συνέπειες της οποίας ακόμη δεν έχουν επαρκώς μετρηθεί.
Εάν δεν το έπρατταν, η διεθνής θέση της μεταπολεμικής Κυπριακής Δημοκρατίας θα ήταν πολύ πιο δύσκολη από ότι υπήρξε.
Και αναφέρομαι στη παράδοση του αεροδρόμιου της Λευκωσίας όχι στους Τούρκους αλλά χάρις στην επίμονη των ανδρών της Μοίρας, στους ειρηνευτές του ΟΗΕ.

Σκεφτείτε πολύ απλά τη συμβολική σημασία που θα είχε για την τουρκική πλευρά η κατοχή του διεθνούς αεροδρομίου της πρωτεύουσας της Κύπρου.

Το αεροδρόμιο παραδόθηκε στον ΟΗΕ και παραμένει έκτοτε μια εικόνα που έχει παγώσει στον χρόνο. Το αεροδρόμιο Λευκωσίας αποτελεί ένα γεωγραφικό σημείο μεγάλης γεωπολιτικής σημασίας ακόμη και σήμερα. Αποτελεί μια διαρκή ανοιχτή πληγή που διατηρεί ζωντανό το μήνυμα ότι ο «αγώνας συνεχίζεται». Τίποτε δεν έχει τελειώσει, όλα παραμένουν ρευστά, όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά.

Η μετατροπή του αεροδρομίου της Λευκωσίας σε «νεκρή ζώνη» μετατρέπει την τουρκική εισβολή και τη δημιουργία του Ψευδοκράτους μια «προσωρινή κατάσταση», για γεωπολιτική ανωμαλία, η οποία κάποια στιγμή πρέπει να σταματήσει.
Αντιθέτως, αν είχε περάσει στα χέρια των Τούρκων, η παγιοποίηση της τουρκικής κατοχής θα ήταν πιο έντονη. Όμως, αυτό δεν συνέβη. Η ηγεσία και οι πολεμιστές της στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας αντιστάθηκαν στις πιέσεις και προτροπές εκ των άνω. Αντιστάθηκαν και δεν δίστασαν να μείνουν μόνοι τους, αδιαφορώντας για τις συνέπειες, αρνούμενοι να κάνουν τη λάθος επιλογή.

Ήταν άραγε απείθαρχοι; Ήταν κακοί στρατιώτες μήπως;

Όχι, ήταν απλά καλοί στρατιώτες. Στρατιώτες σαν αυτούς που τα πιο προηγμένα σημερινά στρατεύματα προσπαθούν να δημιουργήσουν. Στρατιώτες που δεν περιορίζονται στο πολεμάνε σκληρά αλλά που επιπροσθέτως έχουν μια ευρύτερη αντίληψη της τακτικής κατάστασης και των στρατηγικών της προεκτάσεων.
Στρατιώτες που προσαρμόζουν συνεχώς την πολεμική τους δράση και τους αντικειμενικούς τους σκοπούς στα ταχέως μεταλλασσόμενα δεδομένα του πεδίου της μάχης και στα ακόμη πιο ρευστά γεωπολιτικά δεδομένα της πολεμικής αντιπαράθεσης.
Και πάνω απ’ όλα, οι στρατιώτες  και τα στελέχη της Α’ Μοίρας Καταδρομών, με αυτήν τους τη «δημιουργική απειθαρχία», - αν μου επιτρέπεται αυτός ο όρος – έδειξαν ότι τιμούν αυτό ακριβώς που είναι: Καταδρομείς!Καταδρομείς με Κάπα κεφαλαίο.

Και για την ακρίβεια. Έλληνες Καταδρομείς! Και δύσκολα μπορώ να σκεφτώ πιο τιμητικό τίτλο.
Αυτούς τιμά το βιβλίο των συναδέλφων Γιάννη Σκάλκου και Γιάννη Φασουλά που συνδυάζει, τουλάχιστον στα κεφάλαια που διάβασα αναλυτικά, την ιστορική καταγραφή με τηνδημοσιογραφική αφηγηματικότητα και αμεσότητα».-.

Διαβάστε ακόμη:

ΚΥΠΡΟΣ ΑΤΤΙΛΑΣ: «Ήρωες χωρίς παράσημα» – Ντοκουμέντο

20+1 συγκλονιστικές εικόνες από τη «Νεκρή Ζώνη» – ΦΩΤΟ

Επιχείρηση ΝΙΚΗ στην Κύπρο.33 νεκροί αεροπόροι και καταδρομείς.Ποιοι ήταν