NATO: Μήπως ήρθε ώρα να βάλει την Τουρκία στον «πάγο» ;

*Του David Philips

Το ΝΑΤΟ είναι κάτι περισσότερο από μια συμμαχία ασφάλειας. Είναι ένας συνασπισμός χωρών με κοινές αξίες. Εάν η Τουρκία υπέβαλε αίτηση για ένταξη στο NATO σήμερα, δεν θα υπήρχε περίπτωση να γίνει δεκτή, όχι  επειδή είναι μια χώρα ισλαμική, αντιδημοκρατική και αντι-αμερικανική, αλλά από το γεγονός ότι συνεργάζεται σε θέματα άμυνας και ασφάλειας, με την Ρωσία.

Οι εντάσεις μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Τουρκίας έχουν κορυφωθεί λόγω της δέσμευσης του Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για την αγορά των ρωσικών πυραύλων S-400 για 2,5 δισεκατομμύρια δολάρια, οι οποίοι έχουν προγραμματιστεί να παραδοθούν στην Άγκυρα τον Ιούλιο.

Το Πεντάγωνο προσπάθησε να αποτρέψει την απόκτηση των S-400 από την Τουρκία, προσφέροντας τα πυραυλικά συστήματα Patriot, με αρκετούς να θεωρούν ότι έχουν καλύτερες επιδόσεις από τους S-400, ενώ είναι και πιο προσιτοί οικονομικά από το ρωσικό πυραυλικό σύστημα αεροπορικής άμυνας.

Ο Ερντογάν, ωστόσο είναι ανένδοτος: «Δεν μπορεί ποτέ να υπάρξει επιστροφή. Αυτό δεν θα ήταν ηθικό, θα ήταν ανήθικο. Κανείς δεν μπορεί να μας ζητήσει να γλείψουμε εκεί που φτύσαμε »

Έτσι, όχι μόνο η Τουρκία παραμένει σε συμφωνία για την παράδοση των S-400, αλλά και ο Τούρκος Πρόεδρος πρότεινε ότι η Τουρκία θα μπορούσε να εμβαθύνει τη συνεργασία της με τη Ρωσία για την ασφάλεια, αναζητώντας συμπαραγωγή για το πιο προηγμένο ρωσικό σύστημα πυραύλων, τους S-500 «Prometey».

Η αγορά πυραύλων από τη Ρωσία εγείρει ερωτήματα σχετικά με την αξιοπιστία της Τουρκίας ως σύμμαχο. Κυρίως, υπονομεύει την βασική αρχή του NATO, δηλαδή την «διαλειτουργικότητα» ή αλλιώς «interoperability».

Ο Ερντογάν πλήττει την αξιοπιστία της Τουρκίας εντός NATO

Τα κίνητρά του είναι πολιτικά και σχετίζονται με την «ανεξαρτησία» της Τουρκίας από τη Δύση. Ο Τούρκος Πρόεδρος βλέπει την  κριτική που ασκούν οι Αμερικανοί για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Τουρκία, αλλά και την υποστήριξη στους Κούρδους της Συρίας.

Στο «παιχνίδι» αυτό ενεπλάκη και η υπόθεση του Αμερικανού πάστορα, Andrew Brunson, τον οποίο ο Ερντογάν ήθελε να χρησιμοποιήσει ως διαπραγματευτικό εργαλείο για την έκδοση του Fethullah Gülen, του οποίου το θρησκευτικό κίνημα η τουρκική κυβέρνηση κατηγορεί ότι σχεδίαζε την απόπειρα πραξικοπήματος του 2016.

Αν και τελικά απελευθερώθηκε ο Brunson, πολλοί Αμερικανοί πολίτες και προξενικοί υπάλληλοι εξακολουθούν να παραμένουν φυλακισμένοι στην Τουρκία.

Ωστόσο τα προβλήματα για τον Ερντογάν και η «εικόνα» του δεν «αμαυρώνεται» μόνο στο εξωτερικό, αλλά και στο εσωτερικό της Τουρκίας, κάτι που αποκρυσταλλώθηκε στις πρόσφατες τοπικές εκλογές, όπου εκφράστηκε από τους ψηφοφόρους η δυσαρέσκειά τους σχετικά με την ηγεσία του Ερντογάν και την πορεία της οικονομίας της χώρας.

Η τουρκική λίρα καταρρέει διαρκώς και οι ξένες άμεσες επενδύσεις μειώνονται, με τον Πρόεδρο της Τουρκίας να κατηγορεί, ως αναμενόταν τις  Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, αλλά και… Εβραίους τραπεζίτες.

Η εμβάθυνση της συνεργασίας στον τομέα της ασφάλειας με τη Ρωσία, κατάφερε να επιδεινώσει περισσότερο τις ήδη τεταμένες σχέσεις με την Ουάσινγκτον.

Η αντίδραση των ΗΠΑ και τι θα μπορούσε να κάνει το NATO

Η κυβέρνηση Τραμπ «τιμωρεί» την Τουρκία «παγώνοντας» την παράδοση του stealth μαχητικού αεροσκάφους πέμπτης γενιάς F-35, πιέζοντας την Τουρκία να ακυρώσει την απόκτηση των S-400, με τον Ερντογάν να θεωρεί πως εν τέλει θα καταφέρει να αποκτήσει και τα δύο οπλικά συστήματα.

Υπάρχουν αυστηρές προϋποθέσεις ώστε οι χώρες να ενταχθούν στο NATO. Ωστόσο, δεν υπάρχει διαδικασία εκδίωξης ενός μέλους από αυτό, καθώς ο καταστατικός χάρτης δεν «προέβλεπε» ποτέ ότι ένα μέλος του NATO θα προχωρούσε σε εμβάθυνση συνεργασίας σε θέματα ασφάλειας, άμυνας και οπλικών συστημάτων, με μια χώρα ανταγωνιστή της Συμμαχίας.

Το Βορειοατλαντικό Συμβούλιο θα πρέπει να υιοθετήσει μια «Διαδικασία Αξιολόγησης της Απόδοσης των κρατών-μελών», όπου τα κριτήρια για την ένταξη στο NATO, όπως η προσήλωση στα ανθρώπινα δικαιώματα, ελεύθερες και δίκαιες εκλογές και συνεργασία στον τομέα της ασφάλειας, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση τους.

Εάν ένα μέλος του ΝΑΤΟ αποκτήσει έναν αποτυχημένο βαθμό για δύο συναπτά έτη, η ιδιότητά του ως κράτος-μέλος θα πρέπει να ανασταλεί. Αν δεν προσπαθήσει να διορθώσει «την πορεία» του, τότε στο τρίοτ έτος θα πρέπει να εκδιωχθεί.

Η Τουρκία έχει «ξεφύγει» και κάνει «κακό» στο NATO, ενώ την ίδια στιγμή πολλοί Τούρκοι απογοητεύονται από τη συμπεριφορά του Ερντογάν. Είναι καιρός η χώρα αυτή να πληρώσει ένα μεγάλο τίμημα.

* Ο David Philips είναι Διευθυντής του Προγράμματος για την Οικοδόμηση της Ειρήνης και των Δικαιωμάτων στο Ινστιτούτο Μελετών Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Πανεπιστημίου Columbia. Υπήρξε ανώτερος σύμβουλος στο Υπουργείο Εξωτερικών στη διεύθυνση των σχέσεων ΗΠΑ-Τουρκίας τη δεκαετία του 1990 και του 2000.

Με πληροφορίες από: Ahval/ Φωτογραφία αρχείου Reuters