Ιπτάμενα ραντάρ EMB-145H Erieye: Η ανάγκη εκσυγχρονισμού και το υψηλό κόστος

* Του Κώστα Σαρικά

Στο σύγχρονο πολεμικό πεδίο, όπου η ταχύτητα, η ακρίβεια και η πληροφορία καθορίζουν το αποτέλεσμα, τα ιπτάμενα ραντάρ αναδεικνύονται σε κρίσιμα εργαλεία. Οι πρόσφατες εξελίξεις στο θέατρο επιχειρήσεων μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν, όπως και ο πόλεμος στην Ουκρανία, ενισχύουν την πεποίθηση ότι ο «πόλεμος των αισθητήρων» κατέχει κυρίαρχο ρόλο, ιδίως στην εναέρια μάχη.

Στην εποχή του δικτυοκεντρικού πολέμου, το πλεονέκτημα ανήκει σε αυτόν που βλέπει πρώτος, μεταδίδει τα δεδομένα ταχύτερα και συντονίζει τις δυνάμεις του με ακρίβεια. Η πλήρης εικόνα του πεδίου μάχης, μέσω ραντάρ που σαρώνουν μεγάλες αποστάσεις, αναγνωρίζουν στόχους και επιτρέπουν στοχοποίηση, αποτελεί το ζητούμενο για κάθε σύγχρονη πολεμική μηχανή.

Η Πολεμική Αεροπορία δείχνει ότι έχει πλήρη επίγνωση αυτής της πραγματικότητας. Τα τελευταία χρόνια, επενδύει συστηματικά σε τεχνολογίες δικτύωσης, αποκτώντας μαχητικά 5ης γενιάς F-35, εξελιγμένα Rafale με ραντάρ AESA και εκσυγχρονίζοντας τα F-16 σε διαμόρφωση Viper. Στο επίκεντρο αυτής της στρατηγικής βρίσκονται τα ιπτάμενα ραντάρ EMB-145H Erieye AEW&C (Airborne Early Warning and Control), τα «μάτια» της HAF πάνω από το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.

Αυτά τα αεροσκάφη, βασισμένα στο πολιτικό μοντέλο ERJ-145 της βραζιλιάνικης Embraer και εξοπλισμένα με το σύστημα ραντάρ της σουηδικής Saab, προσφέρουν ανώτερη επιτήρηση και έλεγχο, ενισχύοντας δραστικά την επιχειρησιακή ικανότητα της Ελλάδας σε ένα από τα πιο ασταθή γεωπολιτικά περιβάλλοντα παγκοσμίως.

Οι Δυνατότητες των EMB-145H Erieye

Το EMB-145H Erieye είναι μια εξειδικευμένη πλατφόρμα εναέριας έγκαιρης προειδοποίησης και ελέγχου, που αναπτύχθηκε σε συνεργασία της Embraer με τη Saab. Το αεροσκάφος βασίζεται στο επιτυχημένο περιφερειακό τζετ ERJ-145, το οποίο τροποποιήθηκε για στρατιωτική χρήση. Η «καρδιά» του συστήματος είναι το ραντάρ Erieye, ένα AESA (Active Electronically Scanned Array) με σταθερή κεραία μήκους 9,7 μέτρων, εγκατεστημένη επάνω στην άτρακτο. Αυτό το ραντάρ, παλμικού τύπου Doppler, σαρώνει ηλεκτρονικά τον χώρο, προσφέροντας εμβέλεια ανίχνευσης έως και 450 χιλιόμετρα για εναέριους στόχους, ακόμη και σε μεγάλα υψόμετρα.

Σε αντίθεση με τα παλαιότερα περιστρεφόμενα ιπτάμενα ραντάρ, όπως το AN/APY-1 στα E-3 Sentry, το Erieye παρέχει ταχύτερο ρυθμό ανανέωσης της εικόνας, υψηλότερη ευκρίνεια και μεγαλύτερη αξιοπιστία. Μπορεί να παρακολουθεί ταυτόχρονα έως και 300 στόχους, τόσο αεροπορικούς όσο και επιφανείας, διατηρώντας χιλιάδες ίχνη σε πραγματικό χρόνο. Ιδιαίτερα εντυπωσιακή είναι η ικανότητά του να εντοπίζει χαμηλά ιπτάμενα αεροσκάφη, drones (UAVs) και ακόμη και stealth στόχους, ακόμα και υπό συνθήκες ηλεκτρονικών παρεμβολών (ECM). Η ελάχιστη ταχύτητα σάρωσης είναι 30-50 m/s, ενώ η μέγιστη υπερβαίνει τα 550 m/s, επιτρέποντας γρήγορη προσαρμογή σε δυναμικές απειλές.

Πέρα από το ραντάρ, το EMB-145H ενσωματώνει προηγμένα συστήματα ESM (Electronic Support Measures), τα οποία αναλύουν εκπομπές ραντάρ και ηλεκτρονικά σήματα από απόσταση, εντοπίζοντας εχθρικές πηγές χωρίς να αποκαλύπτει τη δική του θέση. Το σύστημα αποστολής FSR 90 διαχειρίζεται τη διασύνδεση, επιτρέποντας τη μετάδοση δεδομένων μέσω δικτύων Link-11, Link-16 και SATCOM. Έτσι, το αεροσκάφος λειτουργεί ως κινητό κέντρο διοίκησης και ελέγχου (C2), καθοδηγώντας φίλια μαχητικά προς στόχους με ακρίβεια μέτρων και παρέχοντας εικόνα σε επίγεια κέντρα επιχειρήσεων. Η αυτονομία του φτάνει τις 8-9 ώρες πτήσης, με δυνατότητα ανεφοδιασμού για μεγαλύτερη διάρκεια.

Πολλαπλασιαστής Ισχύος

Τα τέσσερα ΑΣΕΠΕ EMB-145H της ΠΑ ανήκουν στην 380 Μοίρα «Ουρανός» με Βάση την 112 Πτέρυγα Αιγαίου στην Ελευσίνα. Αυτά τα αεροσκάφη αποκτήθηκαν στα μέσα της δεκαετίας του 2000, ως μέρος ενός προγράμματος που κόστισε περίπου 1,2 δισεκατομμύρια ευρώ, και έχουν αποδείξει την αξία τους σε πραγματικές κρίσεις. Σε κάθε περίσταση και όπου απαιτήθηκε τα Erieye παρέχουν συνεχή κάλυψη. Ένα μόνο αεροσκάφος μπορεί να σαρώνει το μισό Αιγαίο, την Ανατολική Μεσόγειο και τις ακτές της Μικράς Ασίας, παραμένοντας στον αέρα για 6-7 ώρες ή περισσότερο. Επιπλέον, συμμετέχουν σε Εθνικές και Πολυεθνικές ασκήσεις όπως ο «ΗΝΙΟΧΟΣ» αποδεικνύοντας υψηλή διαλειτουργικότητα με συμμαχικές δυνάμεις.

Η χρησιμότητα των EMB-145H είναι πολλαπλή. Ενισχύουν την εναέρια υπεροχή, επιτρέποντας έγκαιρη ανίχνευση απειλών πριν αυτές εισέλθουν στο εύρος των επίγειων ραντάρ. Λειτουργούν ως «πολλαπλασιαστές ισχύος» σε δικτυοκεντρικά σενάρια, όπου η ταχεία ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ F-16, Rafale και μελλοντικών F-35 είναι ζωτικής σημασίας. Συμβάλλουν στην πολυστρωματική αεράμυνα, ενσωματώνοντας δεδομένα από UAVs και ναυτικές μονάδες. Σύμφωνα με αναλύσεις, σε ένα σενάριο σύγκρουσης στο Αιγαίο, τα ιπτάμενα ραντάρ Erieye μπορούν να αυξήσουν την αποτελεσματικότητα των μαχητικών κατά 30-50%, μειώνοντας τον χρόνο αντίδρασης από ώρες σε λεπτά. Τέλος, σε καιρούς υβριδικών απειλών, όπως drones και ηλεκτρονικός πόλεμος, η ικανότητά τους να λειτουργούν υπό παρεμβολές τα καθιστά απαραίτητα για την εθνική ασφάλεια.

Η πρόταση αναβάθμισης

Παρά την επιχειρησιακή τους αξία, τα EMB-145H πλησιάζουν τα όρια ηλικίας και τεχνολογίας τους. Εισαγόμενα πριν από 20 χρόνια, απαιτούν αναβάθμιση για να ανταποκριθούν σε νέες απειλές, όπως stealth μαχητικά, σμήνη drones και προηγμένα ECM. Η Saab, σε συνεργασία με την Embraer και την πορτογαλική OGMA, ήδη έχει καταθέσει πρόταση εκσυγχρονισμού το περασμένο διάστημα.Το πακέτο περιλαμβάνει νέο σύστημα αποστολής με εξελιγμένο λογισμικό, βελτιωμένα ραντάρ και ESM για εμβέλεια πέρα από τα 550 χλμ και καλύτερη ανίχνευση low-observable στόχων, επανασχεδιασμένο cockpit για χειριστές, ενσωμάτωση σε νεότερα δίκτυα (π.χ. Link-22) και αύξηση αυτονομίας.

Η πρόταση προβλέπει σημαντική ελληνική συμμετοχή, με εγχώριες εταιρείες να εμπλέκονται στην υποστήριξη και συντήρηση, μειώνοντας κόστη και ενισχύοντας την εγχώρια βιομηχανία – προαπαιτούμενο για όλα τα εξοπλιστικά προγράμματα. Οι πληροφορίες του Onalert.gr αναφέρουν ότι η πρώτη προσφορά αγγίζει το 1 δισεκατομμύριο ευρώ για τα τέσσερα αεροσκάφη, ποσό που θεωρείται απαγορευτικό εν μέσω οικονομικών πιέσεων και άλλων προτεραιοτήτων, όπως τα F-35. Το αεροπορικό επιτελείο, ωστόσο, συνεχίζει τις διαπραγματεύσεις, ενώ εξετάζει εναλλακτικές λύσεις, όπως μερική αναβάθμιση ή συνεργασίες με άλλους προμηθευτές.

Τα τουρκικά ΑΣΕΠΕ

Η ανάγκη γίνεται επιτακτική όταν συγκρίνουμε τα ελληνικά ιπτάμενα ραντάρ με τα αντίστοιχα τουρκικά. Η TuAF διαθέτει τέσσερα Boeing 737 AEW&C Peace Eagle, βασισμένα στο E-7 Wedgetail, με μεγαλύτερη αυτονομία έως 10 ώρες και σύγχρονα συστήματα MESA ραντάρ, ικανά για 360° κάλυψη και εμβέλεια άνω των 370 χλμ. Παραδόθηκαν μεταξύ 2014-2015 και ενσωματώνονται σε ένα ολοκληρωμένο δίκτυο C4ISR, με εγχώρια παραγωγή δορυφόρων, laser επικοινωνιών και UAVs όπως το Bayraktar Akinci. Η Τουρκία στοχεύει σε πλήρη ανεξαρτησία, αναπτύσσοντας δικτυωμένες δυνατότητες για έλεγχο του Αιγαίου από αέρος. Σε σενάριο κρίσης, τα Peace Eagle μπορούν να συντονίζουν μεγαλύτερο αριθμό assets, δίνοντας πλεονέκτημα.

Με την άφιξη των F-35 από το 2028, η Ελλάδα χρειάζεται ένα σύγχρονο δικτυοκεντρικό περιβάλλον. Τα stealth μαχητικά λειτουργούν ως «αισθητήρες», συλλέγοντας και διαμοιράζοντας δεδομένα. Τα αναβαθμισμένα Erieye μπορούν να γίνουν data-fusion κόμβοι, ενσωματώνοντας πληροφορίες από UAVs και ναυτικά. Στο Αιγαίο, όπου οι απαιτήσεις για συνεχή επιτήρηση αυξάνονται λόγω τουρκικών UAV, η καθυστέρηση εκσυγχρονισμού μπορεί να αποβεί κρίσιμη.

Η ανάγκη εκσυγχρονισμού

Τα EMB-145H Erieye αποτελούν στρατηγικό κεφάλαιο για την προσφέροντας ανώτερη επίγνωση πεδίου μάχης σε ένα περιβάλλον υψηλού κινδύνου. Η χρησιμότητά τους σε κρίσεις και ασκήσεις αποδεικνύει την αξία τους, αλλά οι τεχνολογικές εξελίξεις επιβάλλουν άμεση αναβάθμιση. Παρά το υψηλό κόστος της πρότασης Saab-Embraer-OGMA, πρόθεση του Αεροπορικού Επιτελείου είναι οι διαπραγματεύσεις να συνεχιστούν, με έμφαση στην ελληνική συμμετοχή και εναλλακτικές. Σε έναν κόσμο όπου η πληροφορία είναι ισχύς, η Ελλάδα δεν μπορεί να μείνει πίσω. Η επένδυση στα ιπτάμενα ραντάρ δεν είναι πολυτέλεια, αλλά αναγκαιότητα για την υπεράσπιση της εθνικής κυριαρχίας