«Πως η Ευρώπη έγινε Γερμανία»! Ο ηγεμονικός ρόλος του Βερολίνου και οι συνέπειες

Του Ντανιέλ Ινεραρίτι *

Στο τελευταίο του βιβλίο, ο γερμανός φιλόσοφος Ούλριχ Μπεκ που δεν βρίσκεται πια μαζί μας υποστήριζε ότι η κρίση του ευρώ έκανε πραγματικότητα τη «γερμανική Ευρώπη» για την οποία είχε προειδοποιήσει ο Τόμας Μαν το 1953. Η Γερμανία όχι μόνο επωφελήθηκε από τη νέα ευρωπαϊκή τάξη, αλλά μετατράπηκε σε μια ηγεμονική δύναμη, χωρίς να υπάρχουν αντίβαρα ή ισχυροί θεσμοί που να αποκαθιστούν την ισορροπία. Το παράδοξο είναι ότι η Γερμανία απέκτησε αυτόν τον ηγεμονικό ρόλο χωρίς να θέλει στην πραγματικότητα να τον ασκεί.

Στη διαχείριση της κρίσης του ευρώ, η Γερμανία είναι πρωταγωνιστής. Αρχικά δεν ήθελε να δεσμευτεί, ήταν μάλιστα διατεθειμένη να αφήσει την Ελλάδα να πέσει. Όταν κατάλαβε όμως ότι η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ θα είχε μεγάλο οικονομικό και πολιτικό κόστος, αξιοποίησε την κρίση για να αναπροσαρμόσει την ΕΕ στις δικές της απαιτήσεις και τα δικά της οικονομικά συμφέροντα. Στην προσπάθειά του να ενισχύσει τον έλεγχο των χωρών που διέρχονταν κρίση, το Βερολίνο επέβαλε τον Μάιο του 2010 τη συμμετοχή του ΔΝΤ τόσο στην παροχή βοήθειας προς την Ελλάδα, όσο και στη δημιουργία του Ταμείου Σταθερότητας. Με τον τρόπο αυτόν, αποδυναμώθηκαν τόσο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσο και η Κομισιόν.

Η γερμανική κυβέρνηση ενεπλάκη στον μηχανισμό βοήθειας με τον όρο να επιβληθεί η δημοσιονομική πειθαρχία, η σκλήρυνση του Συμφώνου Σταθερότητας και ο περιορισμός του χρέους. Οι απαιτήσεις αυτές στηρίχθηκαν σε μια αμφισβητούμενη διάγνωση του προβλήματος. Το Βερολίνο υποστήριζε ότι τα υψηλά επιτόκια οφείλονταν στους κινδύνους που παρουσίαζε κάθε χώρα και ότι η πίεση των αγορών ήταν απαραίτητη για να προωθηθούν οι μεταρρυθμίσεις. Ορισμένες μελέτες, όμως, έδειξαν ότι ένα μέρος των καθυστερήσεων που παρουσίαζαν οι περιφερειακές χώρες δεν οφειλόταν στις δικές τους αδυναμίες, αλλά στην αρνητική εικόνα που είχαν οι αγορές και λειτουργούσε συχνά ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία.

Η Γερμανία όχι μόνο δεν έχασε από την κρίση του ευρώ, αλλά κατά κάποιο τρόπο επωφελήθηκε από αυτή. Κι αυτό, επειδή πολλά από αυτά που έγιναν για τη διάσωση της Ελλάδας, της Πορτογαλίας, της Ιρλανδίας ή της Ισπανίας ωφέλησαν τις γερμανικές τράπεζες. Η αύξηση του κόστους των δανείων προς τις χρεωμένες χώρες συνοδεύεται από τη μείωση του κόστους χρηματοδότησης των γερμανικών ομολόγων. Υπάρχει όμως ένα ευρύτερο πολιτικό πρόβλημα, που έχει να κάνει με τη σχέση ανάμεσα στην αλληλεγγύη και την ευθύνη. Η γερμανική πολιτική κατά της κρίσης, όπως έχει εκφραστεί επανειλημμένα από τη Μέρκελ και τον Σόιμπλε, στηρίζεται σε μια απλή αρχή: Αλληλεγγύη έναντι λιτότητας. Οι χρεωμένες χώρες πρέπει να κερδίσουν την αλληλεγγύη, πράγμα που σημαίνει αύξηση των φόρων, περιορισμό του δημόσιου τομέα και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.

Υπάρχει και μια άλλη προσέγγιση: H κυβέρνηση της Πορτογαλίας υποστηρίζει ότι πρέπει να μιλάμε λιγότερο για αλληλεγγύη και περισσότερο για κοινή ευθύνη. Αν οι χώρες που χρωστούν πρέπει να επιδείξουν πιο υπεύθυνη συμπεριφορά ως προς τα οικονομικά τους, η Γερμανία πρέπει να επιδείξει μεγαλύτερη ευθύνη σε ό,τι αφορά τη σταθεροποίηση της ευρωζώνης. Εδώ βρίσκεται η διαφορά ανάμεσα στην ηγεσία και την ηγεμονία. Η σχέση ανάμεσα σ’ αυτόν που ασκεί την ηγεσία και σ’ εκείνον που την αποδέχεται προϋποθέτει κοινά συμφέροντα, κινδύνους και αξίες, κάτι που δεν ισχύει στην περίπτωση της ηγεμονίας.

Είκοσι χρόνια μετά την ενοποίηση της Γερμανίας, ο ηγετικός της ρόλος θεωρείται κάτι φυσιολογικό, ακόμη και επιθυμητό. Ποιος θα μπορούσε να το αμφισβητήσει; Είναι προφανές ότι ο γαλλογερμανικός άξονας δεν μπορεί να παίξει αυτόν τον ρόλο. Η Γαλλία δεν μπορεί να ασκήσει μια τέτοια εξουσία καθώς διέρχεται μια πολιτική και οικονομική κρίση. Αντί να ασκεί όμως ηγεσία, η Γερμανία ασκεί ηγεμονία, υποτάσσοντας την Ευρώπη στα βραχυπρόθεσμα συμφέροντά της.
Αν στο δημοψήφισμα της Ελλάδας είχε κερδίσει το ΝΑΙ, η Γερμανία θα είχε κάθε λόγο να συνεχίσει αυτή την ηγεμονία. Η νίκη του ΟΧΙ, όσο παράδοξο κι αν φαίνεται, αποτελεί έναν ακόμη λόγο για να μετατραπεί η ηγεμονία σε ηγεσία, πράγμα που προϋποθέτει ένα διαφορετικό είδος παιχνιδιού, με μεγαλύτερη ευθύνη απέναντι σε ολόκληρη την Ένωση και με μεγαλύτερη συμμετοχή όλων στους μηχανισμούς λήψης αποφάσεων. Η Ελλάδα δεν έχασε το παιχνίδι, ούτε βελτίωσε τη διαπραγματευτική της θέση. Αλλά και η Γερμανία δεν κερδίζει τίποτα με μια στρατηγική που είναι εγωιστική και υπακούει σε εκλογικούς σκοπούς.


Πηγή: El Pais, ΑΠΕ-ΜΠΕ

* Ο Ντανιέλ Ινεραρίτι είναι καθηγητής πολιτικής φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Χώρας των Βάσκων