Στρατιωτικοί δίπλα ή απέναντι στον πολίτη; Αυτονόητη η απάντηση;


Γράφει ο Αριστείδης Γιαννόπουλος*

Ο στρατιωτικός πρέπει λοιπόν να είναι δίπλα ή απέναντι στον εργαζόμενο λαό. ; Αντικειμενικά δεν μπορεί να υπάρχει τέτοιο ερώτημα, γιατί το αυτονόητο είναι απλά αυτονόητο και δεν χρειάζεται καμιά διευκρίνιση ούτε ανάλυση. Και το αυτονόητο λέει απλά ότι ο στρατιωτικός προέρχεται από το λαό και σ’ αυτόν ανήκει. Βέβαια ευθέως δεν τίθεται ποτέ αυτό το ερώτημα αλλά διατυπώνονται έμμεσες απαντήσεις του τύπου ότι ο στρατιωτικός είναι κάτι ξεχωριστό από τους υπόλοιπους εργαζόμενους και επομένως δεν ανήκει σ’ αυτούς.

Δεν τίθεται θέμα, αν οι στρατιωτικοί προσφέρουν αρκετά εργαζόμενοι υπό αντίξοες και επικίνδυνες συνθήκες, χωρίς υπερωρίες κλπ. Αντί όμως να αναδεικνύεται η ιδιαιτερότητα της εργασίας του στρατιωτικού, υπερτονίζεται η ιδιότητα του ως κάτι «υπεράνω» για να θεωρηθεί λογικό το συμπέρασμα ότι ο στρατιωτικός δεν μπορεί να είναι με το λαό και αποτελεί ιδιαίτερη τάξη. Αλλά ποιο επάγγελμα δεν έχει τις ιδιαιτερότητές του ;

Σε αυτό το άρθρο λειτουργώντας πλεονασματικά θα προσπαθήσουμε να αποκαλύψουμε το αυτονόητο. Η θέση κάποιου σε ένα κοινωνικό σύνολο καθορίζεται από αντικειμενικούς και υποκειμενικούς παράγοντες. Στους αντικειμενικούς παράγοντες υπάγεται κυρίως ο τρόπος αμοιβής της παρεχόμενης εργασίας. Με το κριτήριο αυτό οι αμειβόμενοι με μηνιαίο μισθό αποτελούν μια κατηγορία εργαζομένων τους μισθωτούς Άλλη, μικρότερη αριθμητικά κατηγορία είναι εκείνη που οι εργαζόμενοι αμείβονται πουλώντας τα προϊόντα που οι ίδιοι παράγουν ή τις υπηρεσίες τους. Εδώ υπάγονται οι ποικίλες υποκατηγορίες όπως αγρότες, έμποροι, μικροεπιχειρηματίες, εργάτες κ.τ.λ.

Άλλος παράγοντας που προσδιορίζει τη θέση στο κοινωνικό ιστό είναι καταγωγή π.χ. γόνοι πλούσιων οικογενειών, κληρονόμοι μεγάλων ιδιοκτησιών, μεγαλοεπιχειρηματίες .

Οι υποκειμενικοί παράγοντες που καθορίζουν τη θέση στη κοινωνία είναι συνειδησιακοί, με άλλα λόγια με το πώς κάποιος αισθάνεται και πως συμπεριφέρεται . Για παράδειγμα ένας απλός μισθωτός μπορεί να αισθάνεται πολύ πιο σπουδαίος από αυτό που καθορίζεται από την αντικειμενική του θέση στην ιεραρχία της εργασίας του στην κοινωνία γενικότερα, και να μιμείται συμπεριφορές ή και να αντιγράφει πιστεύω και ιδεολογίες που ανήκουν σε αυτό που ονομάζει ο λαός «υψηλή κοινωνία». Το μόνο που δεν μπορεί να κάνει ο μισθωτός είναι να ζει και να ξοδεύει περισσότερα από όσα αμείβεται. Αυτή η διάσταση ανάμεσα στην αντικειμενική θέση και την υποκειμενική με διάφορους τρόπους καλλιεργείται όπως θα δούμε παρακάτω όχι μόνο στις ένοπλες δυνάμεις αλλά και γενικότερα.

Επιστρέφοντας στο ερώτημα θα λέγαμε ότι ο στρατιωτικός είναι ένας εργαζόμενος σε ειδικές συνθήκες και αμείβεται όπως οι πλειοψηφία των εργαζομένων δηλαδή παίρνει ένα μισθό που ιδιαίτερα σήμερα δεν φτάνει να καλύψει τις ανάγκες τις δικές του και της οικογένειάς του. Κανένας στρατιωτικός, ακόμα και οι ανώτατοι αξιωματικοί, δεν είναι αυτό που έχει χαρακτηριστεί σαν golden boys. Η πλειοψηφία τους δεν έχει « σπουδαία καταγωγή» δεν είναι γόνος αριστοκρατικών οικογενειών δεν είναι κληρονόμος μεγάλων περιουσιών. Η συντριπτική πλειοψηφία των στρατιωτικών προέρχονται από οικογένειες αγροτών, εργατών, υπαλλήλων δηλαδή οικογένειες που σχετικά δύσκολα τα βγάζουν πέρα. Ακόμα ο στρατιωτικός δεν είναι σαν το στέλεχος μεγάλης επιχείρησης, που ζει και εργάζεται μακριά από τους άλλους εργαζόμενους. Ο Αξιωματικός και Υπαξιωματικός βρίσκεται στη πρώτη γραμμή στα πεδία των ασκήσεων η και των μαχών μαζί με τους φαντάρους. Το ίδιο πεθαίνει για την πατρίδα όπως και ο φαντάρος, δεν υπάρχει καμιά διαφορά.

Μετά από τα παραπάνω προκύπτει και η αυτονόητη απάντηση ότι ο στρατιωτικός προέρχεται από το λαό ζει και συμπεριφέρεται σαν ένας απλός πολίτης χωρίς προνόμια οικονομικά και άλλες διακρίσεις. Και σαν αποστρατευτεί στήνεται στις ουρές για να εξεταστεί από κάποιο γιατρό όπως κάθε άλλος συνταξιούχος.

Όμως το αυτονόητο το γενικότερο οικονομικό σύστημα δεν το αντέχει. Γι’ αυτό με άμεσους και έμμεσους τρόπους χωρίζει τους εργαζόμενους ανάλογα με το επάγγελμά τους, χωρίς βέβαια να υπάρχουν οικονομικές διαφορές. Έτσι κάποια επαγγέλματα θεωρούνται ευγενή και άλλα ανάξια λόγου στη καλύτερη περίπτωση. Κάποιοι εργαζόμενοι χαρακτηρίζονται απαξιωτικά για το είδος της εργασίας τους και αποτελούν παράδειγμα προς αποφυγή για τους νέους.. Αντίθετα κάποια άλλα τοποθετούνται ψηλά στη συλλογική συνείδηση.

Με τον τρόπο αυτό κρύβεται επιμελώς η μόνη αλήθεια ότι δηλαδή και οι μεν και οι δε, «ευγενείς και απαξιωμένοι» έχουν τα ίδια προβλήματα και τους ενώνει η ίδια ανέχεια και η ίδια αδικία . Αποτέλεσμα το γνωστό διαίρει και βασίλευε. Υπερτονίζονται κάποιες επουσιώδεις διαφορές ανάμεσα στους εργαζόμενους ώστε να επικεντρώνεται εκεί η αντιπαράθεση και να ξεχνιέται ο κοινή οικονομική και κοινωνική μοίρα.

Στις ένοπλες δυνάμεις τα φαινόμενα αυτά επηρεασμού των συνειδήσεων των στρατιωτικών προσλαμβάνουν ιδιαίτερους χαρακτήρες. Στις παραγωγικές στρατιωτικές σχολές η όλη διαπαιδαγώγηση στοχεύει στην εξύψωση του ρόλου των στρατιωτικών Μεγαλοποιείται η ιδιαιτερότητα του επαγγέλματος με συνέπεια να δημιουργούνται πεποιθήσεις ανωτερότητας σε σχέση με τους άλλους εργαζόμενους. Με έμμεσους αλλά και με άμεσους τρόπους, σιωπηρούς και φανερούς γίνεται προσπάθεια οι στρατιωτικοί να αποσπαστούν από την κοινωνική οικονομική τους θέση και να τοποθετηθούν σε ανώτερη προνομιούχο θέση. Και εφ’ όσον επιτευχτεί αυτός ο στόχος θα έρθει σαν αναγκαστική συνέπεια τα αισθήματα απαξίωσης άλλων εργαζομένων. Το σύστημα αυτό διαπαιδαγώγησης μπορεί να φτάσει στο σημείο ακόμα και κάποιες λέξεις να δημιουργούν αισθήματα αποστροφής και να είναι απαγορευμένες για το καθημερινό λεξιλόγιο των στρατιωτικών.

Τέτοιες λέξεις μπορεί να είναι συνδικαλισμός , αγωνιστικές διεκδικήσεις, απεργία, εργατικές κινητοποιήσεις, καταλήψεις, συλλογικές διαδικασίες, δημοκρατικά δικαιώματα. Με πιο απλά λόγια η όλη προσπάθεια στοχεύει να απομονώσει τους στρατιωτικούς από την υπόλοιπη κοινωνία, αν γινόταν να τους έκλεινε σε μια γυάλα όπου όλα θα είναι ωραία, να τους φορτίζει με αρνητικά συναισθήματα για κάθε εργατική διεκδίκηση και αντίδραση.

Ίσως κάποιος ανυποψίαστος να ρωτήσει γιατί όλα αυτά. Μια ματιά στην πρόσφατη ιστορία μας άλλα και σε κάποιες σύγχρονες τακτικές δίνουν την απάντηση. Και η απάντηση λέει ότι το σύστημα είχε αναθέσει στις ένοπλες δυνάμεις πριν 45 χρόνια ρόλο ανατροπέα του δημοκρατικού πολιτεύματος αλλά και πρόσφατα, εν μέσω δημοκρατίας, ανατέθηκαν σε στρατιωτικές δυνάμεις ρόλος αστυνομίας (για να προστατέψει άκουσον-άκουσον τους επισήμους από τις εκδηλώσεις του λαού), όπως πρόσφατα έγινε στον εορτασμό της επετείου της 28ης Οκτωβρίου. Επομένως οι στρατιωτικοί προετοιμάζονται για ένα τέτοιο ρόλο απέναντι σε όλα τα παραπάνω: αγωνιστικές διεκδικήσεις, απεργίες, εργατικές κινητοποιήσεις, καταλήψεις, συλλογικές διαδικασίες, δημοκρατικά δικαιώματα. Και βέβαια εξαιτίας του συγκεκριμένου ρόλου που επιφυλάσσεται στις ένοπλες δυνάμεις, δεν είναι αποδεκτός για το σύστημα ο συνδικαλισμός για τους στρατιωτικούς.

Όμως παρ’ όλες τις προσπάθειες η συντριπτική πλειοψηφία των στρατιωτικών αντιστέκεται, δεν παίρνουν τα μυαλά αέρα και δεν ξεχνά την καταγωγή. Παραμένει πιστός στον όρκο του και μαζί μ όλο το λαό πασχίζει για την πρόοδο της πατρίδας. Και η πρόοδος της πατρίδας, πέρα από τη διατήρηση της αποτρεπτικής ισχύος, εμπεριέχει και την οικονομική ευρωστία της χώρας, όπως και την άνοδο του βιοτικού επιπέδου όλου του λαού.

Στις σημερινές συνθήκες που ο Ελληνικός λαός δοκιμάζεται από ανέχεια, εν μέσω θα λέγαμε τεράστιων δυνατοτήτων για ευημερία, ο στρατιωτικός στέκεται δίπλα στο λαό παρά τα εμπόδια που του βάζουν στην έκφραση αυτής της θέσης. Κατεβαίνει στους δρόμους μαζί με τους άλλους εργαζόμενους και ζητά αξιοπρέπεια για τη χώρα αλλά τη περιφρούρηση της περηφάνιας του λαού η οποία αξιοπρέπεια και περηφάνια πλήττονται βάναυσα. Και αυτό το καθήκον θα εξακολουθήσει να πράττεται παρά τα εμπόδια και επιχειρήσεις τρομοκράτησης τους.

*Από την Κίνηση για την Εθνική Άμυνα

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Τα οικονομικά μέτρα έρχονται από το …1843! Διαβάστε τις απίστευτες ομοιότητες!


Σε αργία μπαίνουν και στρατιωτικοί. Για ποιους το προβλέπει το μεσοπρόθεσμο

«Τιμοκατάλογος καθήκοντος» δεν υπάρχει στους στρατιωτικούς κ.υπουργέ