Ο Γερμανός υπουργός Άμυνας σήμερα στο Αφγανιστάν

 Ο υπουργός Άμυνας της Γερμανίας Τόμας ντε Μεζιέρ έφθασε σήμερα στο Αφγανιστάν για να διαμορφώσει μια εικόνα για το «πώς οι Αφγανοί αναλαμβάνουν σταδιακά την ευθύνη της ασφάλειας στη χώρα».

Ο ντε Μεζιέρ που μεταβαίνει για δέκατη φορά ως υπουργός στο Αφγανιστάν, έφθασε στο Μαζάρ-ι Σαρίφ, στο βορρά, όπου έχουν τη βάση τους οι γερμανικές δυνάμεις, πριν μεταβεί κατόπιν στην Καμπούλ. To Airbus στο οποίο μετέβαινε εκτελώντας απευθείας πτήση από τη Γερμανία, προσγειώθηκε στη γερμανική στρατιωτική βάση.

Δεν έκανε τη συνήθη στάση στο Ουζμπεκιστάν, όπως μέχρι σήμερα συνηθιζόταν για τους υπουργούς που πετούν με στρατιωτικό μεταγωγικό αεροσκάφος Transall εξοπλισμένο με συστήματα αντιπυραυλικής άμυνας. »Αυτό είναι επίσης μια ένδειξη καλύτερης ασφάλειας στο βορρά», είπε ο υπουργός. Ο ντε Μεζιέρ τόνισε ότι προτίθεται «να αφιερώσει την επίσκεψή του κυρίως σε συνομιλίες με τους αφγανούς εταίρους».

Το διεθνές χρονοδιάγραμμα που αποφασίστηκε στη σύνοδο του ΝΑΤΟ το Νοέμβριο του 2010 στη Λισαβόνα ορίζει στα τέλη του 2014 την αποχώρηση από το Αφγανιστάν του συνόλου των μάχιμων στρατευμάτων της Ατλαντικής Συμμαχίας.
Μόνο το 3% των επιθέσεων των Ταλιμπάν και άλλων εξτρεμιστών έχει σημειωθεί σε περιοχές όπου έχουν αναπτυχθεί οι γερμανικές δυνάμεις.

Ένας καμικάζι τον περασμένο μήνα παρέσυρε στο θάνατο τουλάχιστον 40 ανθρώπους κατά την επίθεση που πραγματοποίησε σε τζαμί της πόλης Μεϊμάνε. Ο στρατηγός Γκίντερ Κατς, ο εκπρόσωπος της ISAF, είπε ότι οι επιθέσεις των Tαλιμπάν μειώθηκαν κατά 15% τους τελευταίους τρεις μήνες σε σχέση με την ίδια περίοδο πέρυσι. Ο γερμανός στρατηγός πρόσθεσε όμως ότι οι μάχες θα συνεχιστούν μετά την αποχώρηση των δυνάμεων του ΝΑΤΟ. «Θα εξακολουθούν να υπάρχουν Ταλιμπάν μετά το 2014, οι αφγανικές δυνάμεις ασφαλείας θα πρέπει να τους πολεμούν», είπε.

Με δύναμη 4.760 ανδρών, η Γερμανία είναι η τρίτη σε μέγεθος στρατιωτική δύναμη στο Αφγανιστάν στο πλαίσιο της Διεθνούς Δύναμης Αρωγής και Ασφάλειας του ΝΑΤΟ (ISAF), μακράν πίσω από τη Βρετανία (9.500 στρατιώτες) και κυρίως τις ΗΠΑ (τουλάχιστον 90.000).