*Του Κώστα Σαρικά
Η μακρά και δύσκολη διαδρομή του προγράμματος εκσυγχρονισμού των αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας P-3B Orion του Πολεμικού Ναυτικού φαίνεται να πλησιάζει σε ένα κρίσιμο σημείο.
Μετά από χρόνια καθυστερήσεων, τεχνικών προβλημάτων και διαδοχικών αναβολών, το πρώτο από τα τέσσερα αεροσκάφη συνεχίζει τις δοκιμαστικές πτήσεις, έχοντας ήδη συμπληρώσει επτά αποστολές δοκιμών με τη συμμετοχή Αμερικανών ιπταμένων και τεχνικών.
Στόχος, σύμφωνα με το επικαιροποιημένο χρονοδιάγραμμα, είναι το αεροσκάφος να παραδοθεί στο Πολεμικό Ναυτικό τον προσεχή Ιανουάριο, σηματοδοτώντας την πρώτη ουσιαστική επιτυχία ενός προγράμματος που εδώ και μια δεκαετία δοκιμάζει τις αντοχές τόσο της ΕΑΒ όσο και των Ενόπλων Δυνάμεων.
Τα επόμενα βήματα με στόχο την παράδοση στο Πολεμικό Ναυτικό
Οι τελευταίες εβδομάδες στην Τανάγρα θυμίζουν μια διαφορετική, πιο «ζωντανή» περίοδο. Στις εγκαταστάσεις της Ελληνικής Αεροπορικής Βιομηχανίας ,το πρώτο αναβαθμισμένο P-3 Orion έχει πλέον αφήσει πίσω του το στάδιο των στατικών δοκιμών και πραγματοποιεί πτήσεις αξιολόγησης που καλύπτουν πλήρες φάσμα ελέγχων:
- επιδόσεις κινητήρων,
- συστήματα πλοήγησης,
- έλεγχο ηλεκτρονικών avionics,
- συμπεριφορά σε πτήσεις μεγάλης διάρκειας.
Οι Αμερικανοί πιλότοι που έχουν αναλάβει τις δοκιμές εργάζονται σε στενή συνεργασία με Έλληνες μηχανικούς και στελέχη της ΕΑΒ, σε μια διαδικασία εξαιρετικά απαιτητική και χρονοβόρα. Η πρόοδος είναι αργή αλλά σταθερή καθώς κάθε πτήση αποκαλύπτει νέα δεδομένα, ασυμβατότητες ή δυσλειτουργίες που πρέπει να διορθωθούν, ώστε το αεροσκάφος να αποκτήσει πλήρη επιχειρησιακή πιστοποίηση.
Το «στενό» πρόγραμμα των δοκιμών
Ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που επηρεάζουν την πρόοδο των δοκιμών είναι η διαθεσιμότητα των Αμερικανών ιπταμένων. Οι πιλότοι που έχουν εκπαιδευτεί ειδικά για τις πτήσεις δοκιμής των P-3B, προέρχονται από το ναυτικό των ΗΠΑ και διατίθενται στην ΕΑΒ για περιορισμένα χρονικά διαστήματα. Αυτό σημαίνει ότι οι πτήσεις πρέπει να προγραμματίζονται μέσα σε στενά χρονικά παράθυρα, ανάλογα με την παρουσία των Αμερικανών ειδικών στην Ελλάδα.
Όταν οι πιλότοι επιστρέφουν στις ΗΠΑ για άλλες αποστολές, το πρόγραμμα «παγώνει» προσωρινά. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που, παρά τη θετική εξέλιξη των τελευταίων μηνών, το χρονοδιάγραμμα παραμένει ευάλωτο σε καθυστερήσεις.
Οι τελικές δοκιμές
Παρά τις δυσκολίες, το Ναυτικό Επιτελείο και η διοίκηση της ΕΑΒ εκφράζουν συγκρατημένη αισιοδοξία. Ο στόχος παραμένει η παράδοση του πρώτου αεροσκάφους στις αρχές του 2026, πιθανότατα τον Ιανουάριο, εφόσον ολοκληρωθούν με επιτυχία οι τελικές πτήσεις πιστοποίησης.
Αμέσως μετά, θα ξεκινήσει η τελική φάση εργασιών στο δεύτερο P-3B Orion, το οποίο βρίσκεται περίπου στο 70% ολοκλήρωσης. Σχεδιάζεται οι δοκιμές του να αρχίσουν μέσα στην άνοιξη του 2026 και η παράδοσή του να πραγματοποιηθεί ως τα τέλη του ίδιου έτους.
Αν αυτό το χρονοδιάγραμμα τηρηθεί, θα είναι η πρώτη φορά που το πρόγραμμα των P-3 θα εισέλθει σε ρυθμό παράδοσης ανά έτος, γεγονός που θα ανοίξει τον δρόμο για την ολοκλήρωση των υπολοίπων δύο αεροσκαφών έως το 2028.
Από την απογοήτευση στην συγκρατημένη αισιοδοξία
Το πρόγραμμα των P-3B Orion έχει περάσει από πολλά στάδια. Από την αρχική του έγκριση το 2015 έως σήμερα, έχει βρεθεί επανειλημμένα στο επίκεντρο κριτικής και πολιτικής αντιπαράθεσης. Οι καθυστερήσεις, η αύξηση κόστους, οι τεχνικές ασυμβατότητες και τα προβλήματα συντονισμού μεταξύ ΕΑΒ, Lockheed Martin και Πολεμικού Ναυτικού δημιούργησαν ένα κλίμα αμφιβολίας.
Όμως η σημερινή εικόνα δείχνει ότι, έστω και με αργούς ρυθμούς, το πρόγραμμα ανακάμπτει. Οι δοκιμαστικές πτήσεις και η ολοκλήρωση του 90% των τεχνικών ελέγχων του πρώτου αεροσκάφους αποτελούν σαφή ένδειξη ότι τα μεγάλα εμπόδια έχουν ξεπεραστεί.
Η τεχνική πρόκληση του εκσυγχρονισμού
Ο εκσυγχρονισμός των ελληνικών P-3B Orion είναι ένα από τα πιο σύνθετα προγράμματα που έχει αναλάβει ποτέ η ΕΑΒ.
Η «καρδιά» του έργου είναι η εγκατάσταση του ψηφιακού πιλοτηρίου τύπου Glass Cockpit με το σύστημα Flight2, που μεταμορφώνει πλήρως το παλιό αναλογικό περιβάλλον των αεροσκαφών της δεκαετίας του 1960. Επτά μεγάλες LCD οθόνες αντικαθιστούν τα παλιά όργανα, προσφέροντας στους χειριστές ψηφιακή πλοήγηση, απεικόνιση χαρτών, αισθητήρων και δεδομένων αποστολής.
Επιπλέον, έχουν ενσωματωθεί:
- Νέα συστήματα επικοινωνιών και IFF Mode 5,
- Νέο ραντάρ ναυτικής επιτήρησης,
- Συστήματα ελέγχου αποστολής και τακτικής επίγνωσης,
- Αναβαθμισμένοι κινητήρες και μηχανικά μέρη.
Το πρόβλημα, ωστόσο, ήταν η συμβατότητα όλων αυτών των σύγχρονων ηλεκτρονικών με την παλαιά πλατφόρμα. Κάθε ασυμβατότητα μπορούσε δημιουργεί σειρά προβλημάτων, από διακοπές επικοινωνίας μέχρι αστοχίες ενδείξεων πτήσης.
Χρειάστηκαν επαναλαμβανόμενες διορθώσεις λογισμικού, προσαρμογές στα υποσυστήματα και συνεργασία με τα κλιμάκια της Lockheed Martin για να εξομαλυνθεί η λειτουργία.
Το μεγάλο στοίχημα της ΕΑΒ
Για την Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία, το πρόγραμμα των P-3 είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένα έργο εκσυγχρονισμού. Είναι δοκιμασία αξιοπιστίας. Η επιτυχής ολοκλήρωσή του θα αποδείξει ότι η ΕΑΒ μπορεί να αναλάβει και να φέρει εις πέρας μεγάλα, σύνθετα έργα διεθνούς συνεργασίας γεγονός που θα ενισχύσει τη θέση της και σε μελλοντικά προγράμματα, όπως η υποστήριξη των F-16 Viper ή η συντήρηση UAV.
Η επιχειρησιακή αξία για το Πολεμικό Ναυτικό
Η επιστροφή των P-3 Orion στην ενεργό δράση θα αλλάξει ουσιαστικά τις δυνατότητες της Διοίκησης Αεροπορίας Ναυτικού.
Για περισσότερα από δέκα χρόνια, το ΠΝ στερήθηκε πλατφόρμα ναυτικής συνεργασίας μεγάλης ακτίνας. Οι αποστολές θαλάσσιας επιτήρησης βασίζονταν σε ελικόπτερα S-70B Aegean Hawk και σε συνεργασίες με την ΠΑ ή με συμμάχους του ΝΑΤΟ. Η απουσία ενός αεροσκάφους με αυτονομία άνω των 10 ωρών και ικανότητα μεταφοράς εξοπλισμού ανθυποβρυχιακού πολέμου ήταν σημαντικό κενό.
Το αναβαθμισμένο P-3B Orion υπόσχεται να καλύψει ακριβώς αυτό το κενό:
- επιτήρηση από το Ιόνιο μέχρι την Ανατολική Μεσόγειο,
- παρακολούθηση θαλάσσιων κινήσεων και υποβρυχιακής δραστηριότητας,
- μετάδοση δεδομένων σε πραγματικό χρόνο σε κέντρα διοίκησης,
- δυνατότητα ενσωμάτωσης με δίκτυα C4I.
Με άλλα λόγια, θα λειτουργήσει ως πολλαπλασιαστής ισχύος για όλο το Πολεμικό Ναυτικό προσφέροντας επιπλέον «μάτια και αυτιά» σε μια περίοδο αυξημένης τουρκικής κινητικότητας στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.
Η γεωπολιτική διάσταση
Η συνεργασία Ελλάδας – Ηνωμένων Πολιτειών στο πρόγραμμα των P-3 δεν είναι μόνο τεχνική, αλλά και στρατηγική. Από την αρχή, η συμφωνία θεωρήθηκε μέρος της ευρύτερης αμυντικής σχέσης Αθήνας – Ουάσιγκτον, ενισχύοντας τη διαλειτουργικότητα και το αποτύπωμα των ΗΠΑ στη ΝΑ Μεσόγειο.
Η αμερικανική πλευρά έχει επενδύσει πολιτικά στη στήριξη του προγράμματος, βλέποντας το ως κομμάτι της ευρύτερης αρχιτεκτονικής αεροναυτικής επιτήρησης στην περιοχή. Η ολοκλήρωση και επιχειρησιακή αξιοποίηση των ελληνικών P-3 θα ενισχύσει την ικανότητα επιτήρησης του ΝΑΤΟ στη Μεσόγειο, με τα ελληνικά αεροσκάφη να μπορούν να συμμετέχουν σε αποστολές συμμαχικής αναγνώρισης και επιτήρησης.
Το κόστος και οι καθυστερήσεις
Το συνολικό κόστος του προγράμματος ανέρχεται σε περίπου 500 εκατομμύρια δολάρια, ένα ποσό που είχε προκαλέσει αντιδράσεις και πολιτικές αντιπαραθέσεις. Οι επικριτές θεωρούν ότι επρόκειτο για «ανάσταση» ενός παλαιού τύπου αεροσκάφους, με αβέβαιο αποτέλεσμα. Το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού των υπαρχόντων P-3 θεωρήθηκε ρεαλιστική λύση με στόχο να «γεφυρώσει» την περίοδο μέχρι τη λήψη απόφασης για ένα νέο στόλο στο μέλλον.
Με την ολοκλήρωση των δοκιμών του πρώτου αεροσκάφους, η ΕΑΒ θα ξεκινήσει προπαρασκευαστικές εργασίες για το δεύτερο P-3B, το οποίο βρίσκεται στην τελική φάση ανακατασκευής της ατράκτου και εγκατάστασης υποσυστημάτων. Οι μηχανικοί εκτιμούν ότι με την εμπειρία που έχει αποκτηθεί, η διάρκεια των επόμενων εργασιών και κυρίως δοκιμών θα μειωθεί σημαντικά.







